Σε ανοδική τροχιά οι εξαγωγές ευρωπαϊκού βόειου και πρόβειου
Related Articles
Η άνοδος των εξαγωγών βόειου κρέατος προσφέρει ένα αντίβαρο στην αύξηση της προσφοράς. Η αυξανόμενη παραγωγή χοιρινού κρέατος σε συνδυασμό με τη μείωση των εξαγωγών πιθανώς θα οδηγήσει σε χαμηλότερες τιμές. Η παραγωγή και το εμπόριο κρέτος πουλερικών αναμένεται να βελτιωθούν στο δεύτερο ήμισυ του 2017, ύστερα από τα προβλήματα που δημιούργησε η γρίπη των πτηνών. Σε ανοδική πορεία οι εξαγωγές του πρόβειου.
Αυτή είναι η τρέχουσα κατάσταση στον ευρωπαϊκό κλάδο κρέατος, όπως προκύπτει από τις αναλύσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που αποτυπώνονται στην «Βραχυπρόθεσμη Επισκόπηση των Αγροτικών Αγορών, 2017-2018».
Η φθινοπωρινή Επισκόπηση δίνει μια συνολική εικόνα της παραγωγής, των εμπορικών ροών και της κατανάλωσης, με βάση τα σημερινά δεδομένα και τις εκτιμήσεις για τη διετία 2017-2018.
Συνοπτικά, στο επίπεδο της παραγωγής βόειου κρέατος αναμένεται σταθερή το 2017 και ελαφρώς πτωτική το 2018, δεν πρόκειται δηλαδή να ακολουθήσει την αυξητική πορεία της προηγούμενης τριετίας, καθώς αποκαθίστανται οι τιμές στο αγελαδινό γάλα, κάτι που αναμένεται ότι θα ανακόψει σχετικώς την τάση να οδηγούνται στο σφαγείο μεγάλος αριθμός αγελάδων. Εξαιτίας της αύξησης στον πληθυσμό χοίρων, η μείωση της παραγωγής χοιρινού εκτιμάται ότι θα ανακοπεί μέχρι το τέλος του 2017 και το 2018 θα αυξηθεί κατά 1%. Η παραγωγή κρέατος πουλερικών εξακολουθεί να κινείται ανοδικά το 2017, αν και με πιο βραδείς ρυθμούς σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, ενώ επιβράδυνση θα δείξει η αύξηση της παραγωγής το 2018. Πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι η γρίπη των πτηνών επηρέασε την παραγωγή με αποτέλεσμα χώρες-κλειδιά να δουν την παραγωγή τους να πέφτει μέχρι και 3% στο α΄ εξάμηνο του 2017: Ολλανδία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία. Αν πάμε στο αιγοπρόβειο κρέας, η ευρωπαϊκή παραγωγή συνεχίζει ανοδικά (+4,3% το α΄ εξάμηνο του 2017), αν και τα στοιχεία δείχνουν αύξηση στο πρόβειο κατά 5%, αλλά μείωση στο αίγειο κατά 2%.
Στο μέτωπο των εξαγωγών το βόειο κατέγραψε αύξηση 25% στους πρώτους 7 μήνες του 2017, δεδομένης της ισχυρής ζήτησης από το Χονγκ Κονγκ, την Αλγερία, το Ισραήλ και τις Φιλιππίνες. Η προοπτική για το 2017 δείχνει θετική (+10%), ενώ για το 2018 αναμένεται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα διατηρήσει τα μερίδιά της στις υφιστάμενες αγορές. Με σημαντική πτώση στις εξαγωγές χοιρινού αναμένεται να κλείσει το 2017, με σημαντικό ρόλο να παίζει σε αυτή την εξέλιξη η Κίνα (-43% τους πρώτους 7 μήνες του 2017, εν τούτοις παραμένουν αρκετά υψηλότερα σε σχέση με το 2015), αλλά η πτώση αυτή θα αντιστραφεί εν μέρει το 2018. Οι εξαγωγές κρέατος πουλερικών αναμένεται να μειωθούν ελαφρώς (-0,5%) το 2017 –ως αποτέλεσμα των υγειονομικών μέτρων εξαιτίας της γρίπης των πτηνών– όμως αναμένεται να ανακάμψουν το 2018, υπό την προϋπόθεση ότι θα αρθούν οι περιορισμοί που έχουν επιβληθεί στις ευρωπαϊκές εξαγωγές λόγω γρίπης των πτηνών. Στο αιγοπρόβειο, η έκρηξη εξαγωγών το α΄ τρίμηνο του 2017 μετριάστηκε, αλλά η ευρωπαϊκή επίδοση παρέμεινε πολύ υψηλή (+105% στο επτάμηνο του 2017) και αναμένεται να κλείσει το έτος με συνολική αύξηση 75%.
Η μέση τιμή για τους νεαρούς ταύρους ανέκαμψε από το τέλος του 2016 και παρέμεινε στα επίπεδα των 375€/100κιλά το α΄ εξάμηνο του 2017, ανοδικά κινήθηκε η τιμή για τις αγελάδες, στα 300€/100κιλά, η τιμή για τις δαμαλίδες συνέχισε ανοδικά αλλά φαίνεται ότι αυτή η τάση έχει αντιστραφεί. Η σταθεροποίηση της παραγωγής σε συνδυασμό με ένα βελτιωμένο εμπορικό ισοζύγιο, αναμένεται βραχυπρόθεσμα να διατηρήσει τις τιμές σε υψηλά επίπεδα. Στο χοιρινό οι τιμές ξεκίνησαν το 2017 σε αξιοσημείωτα υψηλό επίπεδο συγκριτικά με τα δύο προηγούμενα έτη, και έφτασαν τον Ιούνιο στα 177€/100κιλά, ενώ στα χοιρίδια έφτασαν σε ιστορικά υψηλά, ακόμη και στα 59€, ενώ σήμερα παραμένουν υψηλότερες σε σχέση με ένα έτος πριν. Μιλώντας για το αιγοπρόβειο, πρέπει να σημειωθεί ότι οι τιμές ξεκίνησαν από χαμηλά επίπεδα το 2017 και αυξήθηκαν τον Ιούνιο-Ιούλιο, με τα βαριά αρνιά να πέφτουν στα 490€/100κιλά τους τελευταίους μήνες. Το ελαφρύ αρνί ακολούθησε πτωτική τάση, στα επίπεδα των 500€/100κιλά τον Μάρτιο, έπειτα ανέκαμψε για να κινηθεί πτωτικά το καλοκαίρι, πέφτοντας κάτω από τον μέσο όρο των τελευταίων ετών.