Την επισκόπηση της ευρωπαϊκής αγοράς αγροτικών προϊόντων στη διετία 2018-2019 δημοσίευσε χθες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η ανάλυση Short-term Outlook (Spring 2018) περιλαμβάνει τις εκτιμήσεις της Γενικής Διεύθυνσης Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης και αποτελεί μια χρήσιμη και επικαιροποιημένη ανάλυση για τις προοπτικές του ευρωπαϊκού αγροτικού χώρου. Τα στοιχεία δείχνουν σχετική ανάκαμψη στην παραγωγή χοιρινού κρέατος και κρέατος πουλερικών για το 2018 και τάση μείωσης στην παραγωγή βόειου κρέατος. Για το τελευταίο εκτιμάται ότι οι εξαγωγές θα σταθεροποιηθούν στο υψηλό επίπεδο που έχουν κατακτήσει (αν και αντιπροσωπεύουν μόλις το 6% της παραγωγής). Σταθερή αναμένεται να παραμείνει η παραγωγή και οι εξαγωγές αιγοπρόβειου κρέατος, ενώ η παραγωγή σιτηρών ανέκαμψε το 2017 δείχνοντας παράλληλα μια ελαφρώς ανοδική κίνηση στις τιμές εξαιτίας της συνεχιζόμενης αύξησης της ζήτησης για ζωοτροφές και βιομηχανικές χρήσεις.
Βόειο
Ο αριθμός των θηλαζουσών αγελάδων μειώθηκε ελαφρώς, αλλά με μεγάλες διαφορές μεταξύ των κρατών μελών. Μετά από 4 χρόνια αύξησης ο πληθυσμός τους στη Γαλλία μειώθηκε κατά 74.000 κεφάλια. Το Βέλγιο και η Ιρλανδία κατέγραψαν επίσης σημαντικές μειώσεις (39.000 και 24.000 αντιστοίχως), ενώ η Ισπανία διεύρυνε το κοπάδι της κατά 2,5%. Το κοπάδι τους αύξησαν επίσης χώρες όπως η Πολωνία, Ουγγαρία, Τσεχία και Βουλγαρία. Συνολικά, φαίνεται να υπάρχει μια αντιστροφή της θετικής τάσης των περασμένων ετών στη Γαλλία, το Βέλγιο και το Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ συνεχίζεται η αναδιάρθρωση και μείωση του αριθμού των θηλαζουσών αγελάδων σε Ιρλανδία, Γερμανία, Ιταλία και Ολλανδία.
Το 2017 η παραγωγή βόειου κρέατος στην Ε.Ε. σταθεροποιήθηκε μετά από μια τριετία αύξησης. Εκείνο που παρατηρούν οι υπηρεσίες της Κομισιόν είναι ότι τα τελευταία πέντε χρόνια καταγράφεται 2-4% αύξηση του μέσου βάρους σφάγιου σε μοσχάρια, δαμαλίδες και ταύρους. Επιπλέον οι αγελαδοτρόφοι γαλακτοπαραγωγής έχουν σε μεγάλο βαθμό αυξήσει τις διασταυρώσεις με ταύρους κρεοπαραγωγής για να αυξήσουν το βάρος και την αξία των μοσχαριών και συνεπώς τα έσοδά τους, καθώς το 2016 και το 2017 μειώθηκαν οι τιμές στο γάλα.
Οι εξαγωγές ζώντων βοοειδών αυξήθηκαν κατά 9% το 2017 με την Τουρκία να είναι μακράν ο πρώτος προορισμός και να απορροφά περίπου το ένα τρίτο αυτών των εξαγωγών. Ο Λίβανος, η Λιβύη και το Ισραήλ είναι επίσης σημαντικοί εμπορικοί εταίροι. Η εκτίμηση για τις εξαγωγές ζώντων βοοειδών είναι ότι θα αυξηθούν κατά 2% το 2018 για να σταθεροποιηθούν το 2019.
Συνέχισαν την ανοδική πορεία οι εξαγωγές βόειου κρέατος και το 2017, κλείνοντας με μια αύξηση της τάξεως του 11%. Πρώτος εξαγωγικός προορισμός αναδείχθηκε το Χονγκ Κονγκ κι από κοντά ακολούθησε η Βοσνία-Ερζεγοβίνη, ενώ ισχυρή αύξηση ζήτησης επέδειξε και η Τουρκία. Η χώρα αυτή άνοιξε την αγορά της τον Ιούλιο, μια επαναλαμβανόμενη τα τελευταία χρόνια κίνηση που δείχνει ποια δυναμική θα υπήρχε αν αυτός ο εμπορικός δρόμος ήταν ανοιχτός σε όλη τη διάρκεια του έτους. Σημειώνεται επιπλέον ότι μετά τους περιορισμούς που επέβαλε τον Δεκέμβριο η Ρωσία στο βραζιλιάνικο βοδινό, αυτό το τελευταίο θα πρέπει να βρει άλλους εξαγωγικούς προορισμούς. Σε συνδυασμό με την εκτίμηση ότι ΗΠΑ, Αργεντινή και Ουρουγουάη θα συνεχίσουν να αυξάνουν τις εξαγωγές τους και το 2018, αναμένεται ότι θα αυξηθεί η πίεση προσφοράς στην παγκόσμια αγορά. Συνεπώς, αναμένεται να τείνουν προς σταθεροποίηση οι εξαγωγές βόειου της Ε.Ε., οι οποίες συνίστανται κυρίως σε χαμηλότερης αξίας τεμάχια.
Οι εισαγωγές βόειου στην Ε.Ε. αναμένεται να αυξηθούν κατά 10% το 2018 και να σταθεροποιηθούν το 2019. Η Βραζιλία και σε μικρότερο βαθμό η Αυστραλία πιθανώς θα επιστρέψουν στην ευρωπαϊκή αγορά, ειδικά αν οι τιμές του βόειου στην Ε.Ε. συνεχίσουν να είναι ελκυστικές σε σύγκριση με άλλους προορισμούς.
Αιγοπρόβειο
Ο συνολικός πληθυσμός αιγοπροβάτων στην Ε.Ε. ξεπέρασε τον Δεκέμβριο 2017 το επίπεδο των 100 εκατ. κι αυτό συνέβη για πρώτη φορά μετά το 2010. Ηνωμένο Βασίλειο και Ιρλανδία αύξησαν το κοπάδι τους, σε αντίθεση με τη Γαλλία και την Ελλάδα, ενώ η Ισπανία διατήρησε σταθερό τον πληθυσμό αιγοπροβάτων.
Η αύξηση της παραγωγής αιγοπρόβειου κρέατος που σημειώθηκε στο πρώτο ήμισυ του 2017 δεν συνέχισε και στο δεύτερο εξάμηνο του έτους. Ακόμη κι έτσι, η παραγωγή αυξήθηκε πάντως, έστω και οριακά. Για το 2018 αναμένεται μια ορισμένη σταθεροποίηση στα περισσότερα κράτη μέλη. Από την εικόνα αυτή ξεχωρίζουν η Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο που φαίνεται πως θα διευρύνουν περαιτέρω την παραγωγή τους.
Παρά την αύξηση στις εξαγωγές ζώντων ζώων το πρώτο εξάμηνο του 2017, στο σύνολο του έτους αυτές ήταν μειωμένες, κυρίως από την πτώση των εξαγωγών της Ρουμανίας. Οι εξαγωγές ζώντων ζώων αναμένονται μειωμένες κατά 2% το 2018.
Η παγκόσμια ζήτηση αιγοπρόβειου κρέατος το 2017 προέκυψε κυρίως από τις κινεζικές εισαγωγές. Στο έτος αυτό, οι εξαγωγές αιγοπρόβειου της Ε.Ε. έπιασαν επίπεδα ρεκόρ, ενώ πρέπει να σημειωθεί ότι χάρη στο γεγονός της υποτίμησης της στερλίνας, το Ηνωμένο Βασίλειο γίνεται πιο ανταγωνιστικό και σε παγκόσμιο επίπεδο και στην αγορά της Ε.Ε. Εν τούτοις, συνολικά η αύξηση εξαγωγών της Ε.Ε. το 2018 αναμένεται να περιοριστεί στο +1% εξαιτίας του σκληρού ανταγωνισμού από την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία.
Οι εισαγωγές στην Ε.Ε. αντιθέτως σημείωσαν πτώση. Η Νέα Ζηλανδία προτίμησε τις ασιατικές αγορές, ιδιαίτερα την Κίνα και τη Μαλαισία, ενώ σημαντικό ρόλο έπαιξε και το γεγονός ότι η ανατίμηση του νεοζηλανδικού νομίσματος έναντι της στερλίνας και του ευρώ κατέστησε ελαφρώς δυσκολότερο για τη Νέα Ζηλανδία τον ανταγωνισμό με το αρνί της Ε.Ε. Για το 2018 αναμένεται μικρή μόνο αύξηση των εισαγωγών της Κοινότητας.
Η κατά κεφαλή κατανάλωση αιγοπρόβειου κρέατος έπεσε κατά 3% το 2017, αλλά εκτιμάται ότι θα επανέλθει το 2018. Με δεδομένη τη χαμηλή κατά κεφαλή κατανάλωση αυτού του είδους κρέατος αυτές οι ποσοστιαίες αλλαγές είναι αμελητέες και δηλώνουν περισσότερο σταθεροποίηση παρά μείωση.
Χοιρινό
Τον Δεκέμβριο 2017 επιβεβαιώθηκε η αύξηση του πληθυσμού των χοιρομητέρων (1,4% ή +174.000 κεφάλια) μετά τις μειώσεις που σημειώθηκαν την προηγούμενη διετία. Σημαντικές αυξήσεις καταγράφηκαν στις περισσότερες από τις κύριες χώρες παραγωγής: Ισπανία, Πολωνία, Ολλανδία και Δανία. Η Γερμανία αποτέλεσε την εξαίρεση, καταγράφοντας μικρή μείωση ύστερα από τη σημαντική πτώση του προηγούμενου έτους. Την πιο σημαντική μείωση όμως κατέγραψε η Ρουμανία που συνεχίζει να επιδεικνύει πτωτική τάση. Ο αριθμός χοίρων πάχυνσης στην Ε.Ε. αυξήθηκε κατά 1,5 εκατ. (+1,6%) και των χοιριδίων κατά 1,2 εκατ. (+3%) επιβεβαιώνοντας τη δυναμική για αύξηση παραγωγής.
Η καθαρή παραγωγή στο σύνολο της Ε.Ε. μειώθηκε ελαφρώς, ενώ αύξηση κατέγραψαν οι: Ισπανία, Πολωνία, Ρουμανία και Ουγγαρία. Για το 2018 η παραγωγή χοιρινού κρέατος αναμένεται να αυξηθεί ελαφρώς, καθώς οι τιμές θα βρίσκονται υπό πίεση λόγω λόγω της υψηλής διαθεσιμότητας και του σκληρού ανταγωνισμού στις εξαγωγικές αγορές. Οι πιέσεις στις τιμές ενδεχομένως να οδηγήσουν σε ελαφρά μείωση της παραγωγής το 2019.
Το 2017 οι εξαγωγές της Ε.Ε. μειώθηκαν σε όγκο κατά 9%, αλλά μόλις κατά 2% σε αξία, χάρη στις υψηλότερες τιμές. Η πτώση οφείλεται στη μείωση των εξαγωγών προς την Κίνα (-34%), αν και σημειώθηκε αύξηση των εξαγωγών προς ΗΠΑ και Φιλιππίνες. Από το 2015 η Κίνα βρίσκεται σε διαδικασία αναδιάρθρωσης της χοιροτροφίας της κλείνοντας ή μετεγκαθιστώντας εκμεταλλεύσεις εξαιτίας αυστηρότερης περιβαλλοντικής πολιτικής, και την ίδια στιγμή εκσυγχρονίζει τον κλάδο. Ως συνέπεια, οι εισαγωγές της έφτασαν σε υψηλότατο επίπεδο στα μέσα του 2016 και μετά μειώθηκαν μέχρι τα τέλη του 2017. Μόνο τον Νοέμβριο 2017 αντιστράφηκε αυτή τάση, ενώ οι κινεζικές εισαγωγές εκτιμάται ότι θα σταθεροποιηθούν το 2018. Η Ε.Ε. εξακολουθεί να είναι ο μεγαλύτερος προμηθευτής της Κίνας αν και έχει χάσει μερίδιο (από το 75% το 2015 στο 65% το 2017). Όλες οι βασικές χώρες της Ε.Ε. που εξάγουν στην Κίνα είχαν το 2017 μικρότερες επιδόσεις: Ισπανία (-9%), Γερμανία (-44%), Δανία (-44%) και Ολλανδία (-28%).
Το 2018 οι εξαγωγές θα βρεθούν υπό πίεση εξαιτίας των χαμηλών τιμών και της αναμενόμενης αυξημένης παραγωγής εκ μέρους των βασικών ανταγωνιστών (ΗΠΑ, Καναδάς - αλλά και Βραζιλία, στο βαθμό που διατηρηθεί ο περιορισμός που έχει επιβάλει η Ρωσία στις εισαγωγές από τη χώρα αυτή). Ακόμη κι έτσι, οι εξαγωγές της Ε.Ε. αναμένεται να αυξηθούν σε όγκο, καθώς θα αυξηθεί η προσφορά χοιρινού κρέατος.
Γύρω από τις 14 χιλ. τόνους κινήθηκαν οι εισαγωγές της Ε.Ε. το 2017 και πιθανώς να αυξηθούν τα επόμενα χρόνια, με την εφαρμογή της μεγάλης εμπορικής συμφωνίας Ε.Ε.-Καναδά (CETA) η οποία τέθηκε σε ισχύ τον Σεπτέμβριο 2017.
Στο μέτωπο των τιμών, το 2017 αυτές κινήθηκαν αρκετά υψηλότερα από τα επίπεδα του 2016. Αυτό συνέβαινε μέχρι τα μέσα του έτους, όταν άρχισαν οι τιμές να πέφτουν για να φτάσουν τον Ιανουάριο 2018 στα χαμηλά των 134 ευρώ/100 κιλά. Τον Φεβρουάριο 2018 η προσφορά περιορίστηκε προσωρινά και οι τιμές έδειξαν ισχυρή άνοδο, αλλά δεν πρέπει να αναμένουμε ότι αυτό είναι πιθανό να συνεχιστεί, δεδομένης της αυξημένης παραγωγής η οποία αναμένεται το 2018 αλλά και του σκληρού ανταγωνισμού που θα αντιμετωπίσει η Ε.Ε. στις εξαγωγές της. Αντιστοίχως οι τιμές στα χοιρίδια κινήθηκαν πολύ υψηλά το πρώτο ήμισυ του 2017 φθάνοντας στα 59 ευρώ τον Απρίλιο, κι έπειτα έπεσαν για να φθάσουν στα 42 ευρώ το Νοέμβριο, πριν ακολουθήσουν πάλι ανοδική πορεία στο τέλος του έτους. Για τους πρώτους δύο μήνες του 2018 οι τιμές στα χοιρίδια παρέμειναν 13% χαμηλότερα από το αντίστοιχο περσινό διάστημα, κινούμενες όμως στα μέσα επίπεδα της τελευταίας πενταετίας.
Η κατά κεφαλή κατανάλωση χοιρινού κρέατος παρέμεινε στα 32,2 κιλά το 2017, αλλά για το 2018 αναμένεται μια οριακή αύξηση καθώς η παραγωγή αναμένεται να αυξηθεί και η αγορά της Ε.Ε. θα έχει διαθέσιμο περισσότερο χοιρινό κρέας.
Κρέας πουλερικών
Μετά από μια τριετία με μέση αύξηση 4%, η παραγωγή κρέατος πουλερικών της Ε.Ε. παρουσίασε επιβράδυνση φθάνοντας συνολικά τα 14,6 εκατ. τόνους το 2017, μια χρονιά που σημαδεύτηκε από την επιμονή κρουσμάτων της γρίπης των πτηνών σε αρκετά κράτη μέλη της Ε.Ε. Η ασθένεια δεν επηρέασε σημαντικά την παραγωγή κοτόπουλου, η οποία αυξήθηκε κατά 1,7%, αλλά κυρίως την παραγωγή άλλων ειδών (ειδικά το κρέας πάπιας) που μειώθηκε κατά 2,8%. Οι χώρες στις οποίες το κρέας άλλων ειδών πουλερικών καταλαμβάνει μερίδιο άνω του 20% επί του συνόλου της παραγωγής κρέατος πουλερικών, είδαν απώλειες: η Γερμανία -0,8%, η Γαλλία -1,1%, η Ουγγαρία -4,5%, η Ιταλία -2,9% και η Βουλγαρία -2,4%. Συνολικά πάντως η παραγωγή κρέατος πουλερικών αυξήθηκε, με την Πολωνία (+3,3%) και το Ηνωμένο Βασίλειο (+2,4%) να σηκώνουν το μεγαλύτερο βάρος αυτής της αύξησης. Για το 2018, η παραγωγή αναμένεται να ελαφρώς (+1,2%) για να σταθεροποιηθεί το 2019.
Αντιμετωπίζοντας προσωρινά υγειονομικά μέτρα που επέβαλαν κάποιοι σημαντικοί εμπορικοί εταίροι ύστερα από τα κρούσματα γρίπης των πτηνών, οι εξαγωγές της Ε.Ε. μειώθηκαν κατά 1,3% το πρώτο ήμισυ του 2017. Το μικρό μέγεθος αυτής της απώλειας έδειξε την προσαρμοστικότητα των εξαγωγέων της Ε.Ε. Στη συνέχεια του 2017 οι εξαγωγές αυξήθηκαν σημαντικά (+6%) κι έτσι το σύνολο του έτους έκλεισε με αύξηση 2,5%, με πρωταγωνιστές εμπορικούς εταίρους την Γκάνα, η οποία απορρόφησε μέρος των ποσοτήτων που στην προηγούμενη φάση κατευθύνονταν στη Νότια Αφρική, την Ουκρανία, η οποία συνεχίζει να αυξάνει τις εισαγωγές της, και τις Φιλιππίνες, όπου οι εξαγωγές της Ε.Ε. αυξήθηκαν σημαντικά μετά την άρση των υγειονομικών περιορισμών που επέβαλε η χώρα αυτή. Για το 2018 οι εξαγωγές της Ε.Ε. αναμένεται να αυξηθούν περαιτέρω κατά 2%, αλλά αυτό θα συμβεί σε ένα σκηνικό έντονου ανταγωνισμού από τις ΗΠΑ, που αυξάνουν την παραγωγή τους, και από τη Βραζιλία, που θα προσφέρει χαμηλές τιμές καθ’ ότι έχει υπερπροσφορά στο εσωτερικό της.
Οι εισαγωγές της Ε.Ε. σε κρέας πουλερικών έπεσαν κατά 11% το 2017, κυρίως εξαιτίας της μείωσης των ποσοτήτων που ήρθαν από τη Βραζιλία μετά το σκάνδαλο με τα αλλοιωμένα κρέατα στη χώρα αυτή. Επιπλέον, η Ταϊλάνδη, που είναι σημαντικός προμηθευτής, μείωσε τις εξαγωγές της προς την Ε.Ε. και στράφηκε προς κοντινότερους προορισμούς. Αυτές οι μειώσεις αντισταθμίστηκαν εν μέρει από την αύξηση των εισαγωγών από Ουκρανία, η οποία το 2017 χρησιμοποίησε πλήρως τις δασμολογικές ποσοστώσεις των 16.800 τόνων για κρέας πουλερικών και προϊόντα του, αλλά χρησιμοποίησε μόλις το 26% της ποσόστωσης των 20.000 τόνων που έχει για ολόκληρα πτηνά. Για τα επόμενα δύο έτη, μετά την μείωση του 2017 αναμένονται αυξημένες εισαγωγές στην Ε.Ε. καθώς αυξάνεται η παγκόσμια προσφορά.
Από τον Ιούνιο 2017, οι τιμές στο κοτόπουλο στην Ε.Ε. βρέθηκαν πάνω από τις επιδόσεις του προηγούμενου έτους και παρέμειναν σταθερές στο επίπεδο των 183 ευρώ/100 κιλά μέχρι τον Φεβρουάριο 2018. Αντίστοιχα, οι τιμές στους κυριότερους ανταγωνιστές της Ε.Ε. παρέμειναν σημαντικά χαμηλότερες, στις ΗΠΑ γύρω από τα 153 ευρώ/100 κιλά από τον Δεκέμβριο 2017, και στη Βραζιλία κάτω από τα 100 ευρώ/100 κιλά από τον Μάιο 2017. Τα προβλήματα ανταγωνιστικότητας για το ευρωπαϊκό κοτόπουλο είναι φανερά.
Στη διάρκεια του 2017, η σφιχτή προσφορά κρέατος πουλερικών στην Ε.Ε. (ειδικά των ειδών πουλερικών που επλήγησαν περισσότερο από τη γρίπη των πτηνών) είχε ως συνέπεια μια οριακή μείωση στην κατά κεφαλή κατανάλωση (-0,4%). Στα επόμενα δύο έτη όμως αναμένεται να αυξηθεί σε ποσοστό γύρω από το 1% ετησίως, καθώς αναμένεται ότι θα αυξηθεί η προσφορά.
Related Articles
Την επισκόπηση της ευρωπαϊκής αγοράς αγροτικών προϊόντων στη διετία 2018-2019 δημοσίευσε χθες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η ανάλυση Short-term Outlook (Spring 2018) περιλαμβάνει τις εκτιμήσεις της Γενικής Διεύθυνσης Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης και αποτελεί μια χρήσιμη και επικαιροποιημένη ανάλυση για τις προοπτικές του ευρωπαϊκού αγροτικού χώρου. Τα στοιχεία δείχνουν σχετική ανάκαμψη στην παραγωγή χοιρινού κρέατος και κρέατος πουλερικών για το 2018 και τάση μείωσης στην παραγωγή βόειου κρέατος. Για το τελευταίο εκτιμάται ότι οι εξαγωγές θα σταθεροποιηθούν στο υψηλό επίπεδο που έχουν κατακτήσει (αν και αντιπροσωπεύουν μόλις το 6% της παραγωγής). Σταθερή αναμένεται να παραμείνει η παραγωγή και οι εξαγωγές αιγοπρόβειου κρέατος, ενώ η παραγωγή σιτηρών ανέκαμψε το 2017 δείχνοντας παράλληλα μια ελαφρώς ανοδική κίνηση στις τιμές εξαιτίας της συνεχιζόμενης αύξησης της ζήτησης για ζωοτροφές και βιομηχανικές χρήσεις.
Βόειο
Ο αριθμός των θηλαζουσών αγελάδων μειώθηκε ελαφρώς, αλλά με μεγάλες διαφορές μεταξύ των κρατών μελών. Μετά από 4 χρόνια αύξησης ο πληθυσμός τους στη Γαλλία μειώθηκε κατά 74.000 κεφάλια. Το Βέλγιο και η Ιρλανδία κατέγραψαν επίσης σημαντικές μειώσεις (39.000 και 24.000 αντιστοίχως), ενώ η Ισπανία διεύρυνε το κοπάδι της κατά 2,5%. Το κοπάδι τους αύξησαν επίσης χώρες όπως η Πολωνία, Ουγγαρία, Τσεχία και Βουλγαρία. Συνολικά, φαίνεται να υπάρχει μια αντιστροφή της θετικής τάσης των περασμένων ετών στη Γαλλία, το Βέλγιο και το Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ συνεχίζεται η αναδιάρθρωση και μείωση του αριθμού των θηλαζουσών αγελάδων σε Ιρλανδία, Γερμανία, Ιταλία και Ολλανδία.
Το 2017 η παραγωγή βόειου κρέατος στην Ε.Ε. σταθεροποιήθηκε μετά από μια τριετία αύξησης. Εκείνο που παρατηρούν οι υπηρεσίες της Κομισιόν είναι ότι τα τελευταία πέντε χρόνια καταγράφεται 2-4% αύξηση του μέσου βάρους σφάγιου σε μοσχάρια, δαμαλίδες και ταύρους. Επιπλέον οι αγελαδοτρόφοι γαλακτοπαραγωγής έχουν σε μεγάλο βαθμό αυξήσει τις διασταυρώσεις με ταύρους κρεοπαραγωγής για να αυξήσουν το βάρος και την αξία των μοσχαριών και συνεπώς τα έσοδά τους, καθώς το 2016 και το 2017 μειώθηκαν οι τιμές στο γάλα.
Οι εξαγωγές ζώντων βοοειδών αυξήθηκαν κατά 9% το 2017 με την Τουρκία να είναι μακράν ο πρώτος προορισμός και να απορροφά περίπου το ένα τρίτο αυτών των εξαγωγών. Ο Λίβανος, η Λιβύη και το Ισραήλ είναι επίσης σημαντικοί εμπορικοί εταίροι. Η εκτίμηση για τις εξαγωγές ζώντων βοοειδών είναι ότι θα αυξηθούν κατά 2% το 2018 για να σταθεροποιηθούν το 2019.
Συνέχισαν την ανοδική πορεία οι εξαγωγές βόειου κρέατος και το 2017, κλείνοντας με μια αύξηση της τάξεως του 11%. Πρώτος εξαγωγικός προορισμός αναδείχθηκε το Χονγκ Κονγκ κι από κοντά ακολούθησε η Βοσνία-Ερζεγοβίνη, ενώ ισχυρή αύξηση ζήτησης επέδειξε και η Τουρκία. Η χώρα αυτή άνοιξε την αγορά της τον Ιούλιο, μια επαναλαμβανόμενη τα τελευταία χρόνια κίνηση που δείχνει ποια δυναμική θα υπήρχε αν αυτός ο εμπορικός δρόμος ήταν ανοιχτός σε όλη τη διάρκεια του έτους. Σημειώνεται επιπλέον ότι μετά τους περιορισμούς που επέβαλε τον Δεκέμβριο η Ρωσία στο βραζιλιάνικο βοδινό, αυτό το τελευταίο θα πρέπει να βρει άλλους εξαγωγικούς προορισμούς. Σε συνδυασμό με την εκτίμηση ότι ΗΠΑ, Αργεντινή και Ουρουγουάη θα συνεχίσουν να αυξάνουν τις εξαγωγές τους και το 2018, αναμένεται ότι θα αυξηθεί η πίεση προσφοράς στην παγκόσμια αγορά. Συνεπώς, αναμένεται να τείνουν προς σταθεροποίηση οι εξαγωγές βόειου της Ε.Ε., οι οποίες συνίστανται κυρίως σε χαμηλότερης αξίας τεμάχια.
Οι εισαγωγές βόειου στην Ε.Ε. αναμένεται να αυξηθούν κατά 10% το 2018 και να σταθεροποιηθούν το 2019. Η Βραζιλία και σε μικρότερο βαθμό η Αυστραλία πιθανώς θα επιστρέψουν στην ευρωπαϊκή αγορά, ειδικά αν οι τιμές του βόειου στην Ε.Ε. συνεχίσουν να είναι ελκυστικές σε σύγκριση με άλλους προορισμούς.
Αιγοπρόβειο
Ο συνολικός πληθυσμός αιγοπροβάτων στην Ε.Ε. ξεπέρασε τον Δεκέμβριο 2017 το επίπεδο των 100 εκατ. κι αυτό συνέβη για πρώτη φορά μετά το 2010. Ηνωμένο Βασίλειο και Ιρλανδία αύξησαν το κοπάδι τους, σε αντίθεση με τη Γαλλία και την Ελλάδα, ενώ η Ισπανία διατήρησε σταθερό τον πληθυσμό αιγοπροβάτων.
Η αύξηση της παραγωγής αιγοπρόβειου κρέατος που σημειώθηκε στο πρώτο ήμισυ του 2017 δεν συνέχισε και στο δεύτερο εξάμηνο του έτους. Ακόμη κι έτσι, η παραγωγή αυξήθηκε πάντως, έστω και οριακά. Για το 2018 αναμένεται μια ορισμένη σταθεροποίηση στα περισσότερα κράτη μέλη. Από την εικόνα αυτή ξεχωρίζουν η Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο που φαίνεται πως θα διευρύνουν περαιτέρω την παραγωγή τους.
Παρά την αύξηση στις εξαγωγές ζώντων ζώων το πρώτο εξάμηνο του 2017, στο σύνολο του έτους αυτές ήταν μειωμένες, κυρίως από την πτώση των εξαγωγών της Ρουμανίας. Οι εξαγωγές ζώντων ζώων αναμένονται μειωμένες κατά 2% το 2018.
Η παγκόσμια ζήτηση αιγοπρόβειου κρέατος το 2017 προέκυψε κυρίως από τις κινεζικές εισαγωγές. Στο έτος αυτό, οι εξαγωγές αιγοπρόβειου της Ε.Ε. έπιασαν επίπεδα ρεκόρ, ενώ πρέπει να σημειωθεί ότι χάρη στο γεγονός της υποτίμησης της στερλίνας, το Ηνωμένο Βασίλειο γίνεται πιο ανταγωνιστικό και σε παγκόσμιο επίπεδο και στην αγορά της Ε.Ε. Εν τούτοις, συνολικά η αύξηση εξαγωγών της Ε.Ε. το 2018 αναμένεται να περιοριστεί στο +1% εξαιτίας του σκληρού ανταγωνισμού από την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία.
Οι εισαγωγές στην Ε.Ε. αντιθέτως σημείωσαν πτώση. Η Νέα Ζηλανδία προτίμησε τις ασιατικές αγορές, ιδιαίτερα την Κίνα και τη Μαλαισία, ενώ σημαντικό ρόλο έπαιξε και το γεγονός ότι η ανατίμηση του νεοζηλανδικού νομίσματος έναντι της στερλίνας και του ευρώ κατέστησε ελαφρώς δυσκολότερο για τη Νέα Ζηλανδία τον ανταγωνισμό με το αρνί της Ε.Ε. Για το 2018 αναμένεται μικρή μόνο αύξηση των εισαγωγών της Κοινότητας.
Η κατά κεφαλή κατανάλωση αιγοπρόβειου κρέατος έπεσε κατά 3% το 2017, αλλά εκτιμάται ότι θα επανέλθει το 2018. Με δεδομένη τη χαμηλή κατά κεφαλή κατανάλωση αυτού του είδους κρέατος αυτές οι ποσοστιαίες αλλαγές είναι αμελητέες και δηλώνουν περισσότερο σταθεροποίηση παρά μείωση.
Χοιρινό
Τον Δεκέμβριο 2017 επιβεβαιώθηκε η αύξηση του πληθυσμού των χοιρομητέρων (1,4% ή +174.000 κεφάλια) μετά τις μειώσεις που σημειώθηκαν την προηγούμενη διετία. Σημαντικές αυξήσεις καταγράφηκαν στις περισσότερες από τις κύριες χώρες παραγωγής: Ισπανία, Πολωνία, Ολλανδία και Δανία. Η Γερμανία αποτέλεσε την εξαίρεση, καταγράφοντας μικρή μείωση ύστερα από τη σημαντική πτώση του προηγούμενου έτους. Την πιο σημαντική μείωση όμως κατέγραψε η Ρουμανία που συνεχίζει να επιδεικνύει πτωτική τάση. Ο αριθμός χοίρων πάχυνσης στην Ε.Ε. αυξήθηκε κατά 1,5 εκατ. (+1,6%) και των χοιριδίων κατά 1,2 εκατ. (+3%) επιβεβαιώνοντας τη δυναμική για αύξηση παραγωγής.
Η καθαρή παραγωγή στο σύνολο της Ε.Ε. μειώθηκε ελαφρώς, ενώ αύξηση κατέγραψαν οι: Ισπανία, Πολωνία, Ρουμανία και Ουγγαρία. Για το 2018 η παραγωγή χοιρινού κρέατος αναμένεται να αυξηθεί ελαφρώς, καθώς οι τιμές θα βρίσκονται υπό πίεση λόγω λόγω της υψηλής διαθεσιμότητας και του σκληρού ανταγωνισμού στις εξαγωγικές αγορές. Οι πιέσεις στις τιμές ενδεχομένως να οδηγήσουν σε ελαφρά μείωση της παραγωγής το 2019.
Το 2017 οι εξαγωγές της Ε.Ε. μειώθηκαν σε όγκο κατά 9%, αλλά μόλις κατά 2% σε αξία, χάρη στις υψηλότερες τιμές. Η πτώση οφείλεται στη μείωση των εξαγωγών προς την Κίνα (-34%), αν και σημειώθηκε αύξηση των εξαγωγών προς ΗΠΑ και Φιλιππίνες. Από το 2015 η Κίνα βρίσκεται σε διαδικασία αναδιάρθρωσης της χοιροτροφίας της κλείνοντας ή μετεγκαθιστώντας εκμεταλλεύσεις εξαιτίας αυστηρότερης περιβαλλοντικής πολιτικής, και την ίδια στιγμή εκσυγχρονίζει τον κλάδο. Ως συνέπεια, οι εισαγωγές της έφτασαν σε υψηλότατο επίπεδο στα μέσα του 2016 και μετά μειώθηκαν μέχρι τα τέλη του 2017. Μόνο τον Νοέμβριο 2017 αντιστράφηκε αυτή τάση, ενώ οι κινεζικές εισαγωγές εκτιμάται ότι θα σταθεροποιηθούν το 2018. Η Ε.Ε. εξακολουθεί να είναι ο μεγαλύτερος προμηθευτής της Κίνας αν και έχει χάσει μερίδιο (από το 75% το 2015 στο 65% το 2017). Όλες οι βασικές χώρες της Ε.Ε. που εξάγουν στην Κίνα είχαν το 2017 μικρότερες επιδόσεις: Ισπανία (-9%), Γερμανία (-44%), Δανία (-44%) και Ολλανδία (-28%).
Το 2018 οι εξαγωγές θα βρεθούν υπό πίεση εξαιτίας των χαμηλών τιμών και της αναμενόμενης αυξημένης παραγωγής εκ μέρους των βασικών ανταγωνιστών (ΗΠΑ, Καναδάς - αλλά και Βραζιλία, στο βαθμό που διατηρηθεί ο περιορισμός που έχει επιβάλει η Ρωσία στις εισαγωγές από τη χώρα αυτή). Ακόμη κι έτσι, οι εξαγωγές της Ε.Ε. αναμένεται να αυξηθούν σε όγκο, καθώς θα αυξηθεί η προσφορά χοιρινού κρέατος.
Γύρω από τις 14 χιλ. τόνους κινήθηκαν οι εισαγωγές της Ε.Ε. το 2017 και πιθανώς να αυξηθούν τα επόμενα χρόνια, με την εφαρμογή της μεγάλης εμπορικής συμφωνίας Ε.Ε.-Καναδά (CETA) η οποία τέθηκε σε ισχύ τον Σεπτέμβριο 2017.
Στο μέτωπο των τιμών, το 2017 αυτές κινήθηκαν αρκετά υψηλότερα από τα επίπεδα του 2016. Αυτό συνέβαινε μέχρι τα μέσα του έτους, όταν άρχισαν οι τιμές να πέφτουν για να φτάσουν τον Ιανουάριο 2018 στα χαμηλά των 134 ευρώ/100 κιλά. Τον Φεβρουάριο 2018 η προσφορά περιορίστηκε προσωρινά και οι τιμές έδειξαν ισχυρή άνοδο, αλλά δεν πρέπει να αναμένουμε ότι αυτό είναι πιθανό να συνεχιστεί, δεδομένης της αυξημένης παραγωγής η οποία αναμένεται το 2018 αλλά και του σκληρού ανταγωνισμού που θα αντιμετωπίσει η Ε.Ε. στις εξαγωγές της. Αντιστοίχως οι τιμές στα χοιρίδια κινήθηκαν πολύ υψηλά το πρώτο ήμισυ του 2017 φθάνοντας στα 59 ευρώ τον Απρίλιο, κι έπειτα έπεσαν για να φθάσουν στα 42 ευρώ το Νοέμβριο, πριν ακολουθήσουν πάλι ανοδική πορεία στο τέλος του έτους. Για τους πρώτους δύο μήνες του 2018 οι τιμές στα χοιρίδια παρέμειναν 13% χαμηλότερα από το αντίστοιχο περσινό διάστημα, κινούμενες όμως στα μέσα επίπεδα της τελευταίας πενταετίας.
Η κατά κεφαλή κατανάλωση χοιρινού κρέατος παρέμεινε στα 32,2 κιλά το 2017, αλλά για το 2018 αναμένεται μια οριακή αύξηση καθώς η παραγωγή αναμένεται να αυξηθεί και η αγορά της Ε.Ε. θα έχει διαθέσιμο περισσότερο χοιρινό κρέας.
Κρέας πουλερικών
Μετά από μια τριετία με μέση αύξηση 4%, η παραγωγή κρέατος πουλερικών της Ε.Ε. παρουσίασε επιβράδυνση φθάνοντας συνολικά τα 14,6 εκατ. τόνους το 2017, μια χρονιά που σημαδεύτηκε από την επιμονή κρουσμάτων της γρίπης των πτηνών σε αρκετά κράτη μέλη της Ε.Ε. Η ασθένεια δεν επηρέασε σημαντικά την παραγωγή κοτόπουλου, η οποία αυξήθηκε κατά 1,7%, αλλά κυρίως την παραγωγή άλλων ειδών (ειδικά το κρέας πάπιας) που μειώθηκε κατά 2,8%. Οι χώρες στις οποίες το κρέας άλλων ειδών πουλερικών καταλαμβάνει μερίδιο άνω του 20% επί του συνόλου της παραγωγής κρέατος πουλερικών, είδαν απώλειες: η Γερμανία -0,8%, η Γαλλία -1,1%, η Ουγγαρία -4,5%, η Ιταλία -2,9% και η Βουλγαρία -2,4%. Συνολικά πάντως η παραγωγή κρέατος πουλερικών αυξήθηκε, με την Πολωνία (+3,3%) και το Ηνωμένο Βασίλειο (+2,4%) να σηκώνουν το μεγαλύτερο βάρος αυτής της αύξησης. Για το 2018, η παραγωγή αναμένεται να ελαφρώς (+1,2%) για να σταθεροποιηθεί το 2019.
Αντιμετωπίζοντας προσωρινά υγειονομικά μέτρα που επέβαλαν κάποιοι σημαντικοί εμπορικοί εταίροι ύστερα από τα κρούσματα γρίπης των πτηνών, οι εξαγωγές της Ε.Ε. μειώθηκαν κατά 1,3% το πρώτο ήμισυ του 2017. Το μικρό μέγεθος αυτής της απώλειας έδειξε την προσαρμοστικότητα των εξαγωγέων της Ε.Ε. Στη συνέχεια του 2017 οι εξαγωγές αυξήθηκαν σημαντικά (+6%) κι έτσι το σύνολο του έτους έκλεισε με αύξηση 2,5%, με πρωταγωνιστές εμπορικούς εταίρους την Γκάνα, η οποία απορρόφησε μέρος των ποσοτήτων που στην προηγούμενη φάση κατευθύνονταν στη Νότια Αφρική, την Ουκρανία, η οποία συνεχίζει να αυξάνει τις εισαγωγές της, και τις Φιλιππίνες, όπου οι εξαγωγές της Ε.Ε. αυξήθηκαν σημαντικά μετά την άρση των υγειονομικών περιορισμών που επέβαλε η χώρα αυτή. Για το 2018 οι εξαγωγές της Ε.Ε. αναμένεται να αυξηθούν περαιτέρω κατά 2%, αλλά αυτό θα συμβεί σε ένα σκηνικό έντονου ανταγωνισμού από τις ΗΠΑ, που αυξάνουν την παραγωγή τους, και από τη Βραζιλία, που θα προσφέρει χαμηλές τιμές καθ’ ότι έχει υπερπροσφορά στο εσωτερικό της.
Οι εισαγωγές της Ε.Ε. σε κρέας πουλερικών έπεσαν κατά 11% το 2017, κυρίως εξαιτίας της μείωσης των ποσοτήτων που ήρθαν από τη Βραζιλία μετά το σκάνδαλο με τα αλλοιωμένα κρέατα στη χώρα αυτή. Επιπλέον, η Ταϊλάνδη, που είναι σημαντικός προμηθευτής, μείωσε τις εξαγωγές της προς την Ε.Ε. και στράφηκε προς κοντινότερους προορισμούς. Αυτές οι μειώσεις αντισταθμίστηκαν εν μέρει από την αύξηση των εισαγωγών από Ουκρανία, η οποία το 2017 χρησιμοποίησε πλήρως τις δασμολογικές ποσοστώσεις των 16.800 τόνων για κρέας πουλερικών και προϊόντα του, αλλά χρησιμοποίησε μόλις το 26% της ποσόστωσης των 20.000 τόνων που έχει για ολόκληρα πτηνά. Για τα επόμενα δύο έτη, μετά την μείωση του 2017 αναμένονται αυξημένες εισαγωγές στην Ε.Ε. καθώς αυξάνεται η παγκόσμια προσφορά.
Από τον Ιούνιο 2017, οι τιμές στο κοτόπουλο στην Ε.Ε. βρέθηκαν πάνω από τις επιδόσεις του προηγούμενου έτους και παρέμειναν σταθερές στο επίπεδο των 183 ευρώ/100 κιλά μέχρι τον Φεβρουάριο 2018. Αντίστοιχα, οι τιμές στους κυριότερους ανταγωνιστές της Ε.Ε. παρέμειναν σημαντικά χαμηλότερες, στις ΗΠΑ γύρω από τα 153 ευρώ/100 κιλά από τον Δεκέμβριο 2017, και στη Βραζιλία κάτω από τα 100 ευρώ/100 κιλά από τον Μάιο 2017. Τα προβλήματα ανταγωνιστικότητας για το ευρωπαϊκό κοτόπουλο είναι φανερά.
Στη διάρκεια του 2017, η σφιχτή προσφορά κρέατος πουλερικών στην Ε.Ε. (ειδικά των ειδών πουλερικών που επλήγησαν περισσότερο από τη γρίπη των πτηνών) είχε ως συνέπεια μια οριακή μείωση στην κατά κεφαλή κατανάλωση (-0,4%). Στα επόμενα δύο έτη όμως αναμένεται να αυξηθεί σε ποσοστό γύρω από το 1% ετησίως, καθώς αναμένεται ότι θα αυξηθεί η προσφορά.