Η ακτινογραφία της ευρωπαϊκής παραγωγής κρέατος σε έκδοση της Eurostat
Related Articles
Πόσο αγελαδινό γάλα συλλέγεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση; Ποιες χώρες παράγουν το περισσότερο τυρί και βούτυρο; Και ποιες παράγουν το περισσότερο κρέας από βοοειδή, χοίρους, αιγοπρόβατα και πουλερικά; Πόσοι άνθρωποι εργάζονται στον αγροτικό τομέα σε κάθε χώρα; Πώς έχουν κινηθεί οι τιμές τα τελευταία χρόνια;
Απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα και πολλά ακόμη περιλαμβάνονται στη φετινή έκδοση της Στατιστικής Επιθεώρησης Γεωργίας, Δασών και Αλιείας, που εκδόθηκε χθες από τη Eurostat, το στατιστικό γραφείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η έκδοση παρέχει στατιστικά στοιχεία και περιλαμβάνει μια ευρεία γκάμα δεικτών όπως το μέγεθος των εκμεταλλεύσεων και οι τιμές των αγροτικών προϊόντων.
Όπως μπορεί κανείς να διαπιστώσει διαβάζοντας την έκδοση, το 2015 η Ισπανία, η Γερμανία, η Γαλλία, το Ην. Βασίλειο και η Ιταλία διαθέτουντο μεγαλύτερο ζωικό κεφάλαιο ανάμεσα στα 28 κράτη μέλη της Ε.Ε. Οι μεγαλύτεροι αριθμοί χοίρων καταγράφηκαν στην Ισπανία (28,4 εκατ.) και στη Γερμανία (27,7 εκατ.), ο μεγαλύτερος αριθμός βοοειδών στη Γαλλία (19,4 εκατ.) και ο μεγαλύτερος αριθμός προβάτων στο Ην. Βασίλειο (23,1 εκατ.).
Περαιτέρω, η έκδοση της Eurostat σημειώνει ότι:
Περίπου τα δύο τρίτα του βόειου κρέατος που παρήχθη το 2015 στην Ε.Ε. προερχόταν από ταύρους (32%) και αγελάδες (30%). Σε πολλά κράτη μέλη αυτή η αναλογία ήταν ακόμη υψηλότερη. Στην Ιρλανδία και το Ην. Βασίλειο, το μεγαλύτερο μέρος (69%) του βόειου που παρήχθη το 2015 προερχόταν από δαμαλίδες και νεαρούς ταύρους. Γαλλία (19,1%), Γερμανία (14,8%) και Ην. Βασίλειο (11,6%) παρήγαγαν περίπου το μισό (46%) της συνολικής ευρωπαϊκής παραγωγής βόειου, ενώ επίσης σε καθεμία από αυτές τις τρεις χώρες η παραγωγή του 2015 ήταν υψηλότερη από εκείνη του 2014. Το 2015 το υψηλότερο (σε σχέση με το 2014) ποσοστό αύξησης της παραγωγής βόειου (52%) καταγράφηκε στη Ρουμανία, ενώ μεγάλη αύξηση (κοντά στο 14%) κατέγραψαν η Ουγγαρία και η Λιθουανία, αισθητά μεγαλύτερο από τη μέση ευρωπαϊκή επίδοση του 4%. Μολονότι από το 2014 και εν συνεχεία το 2015 άρχισε να μειώνεται ο δείκτης τιμών, εν τούτοις την περίοδο 2010-2015 ο δείκτης αυξήθηκε κατά 9,1%.
Η παραγωγή χοιρινού κρέατος αυξήθηκε το 2015 κατά 3,7% φτάνοντας στα 22,9 εκατ. τόνους. Όλα σχεδόν τα κράτη μέλη της Ε.Ε., εκτός της Δανίας, της Αυστρίας και του Βελγίου, κατέγραψαν αύξηση στην παραγωγή ή επιβράδυνση της μείωσης το 2015. Η Γερμανία παρήγαγε το ένα τέταρτο (24,2% ή 5,6 εκατ. τόνους) της παραγωγής χοιρινού στην Ε.Ε. ενώ η Ισπανία το ένα έκτο (17% ή 3,9 εκατ. τόνους). Το 2015 οι τιμές ακολούθησαν πτωτική πορεία ενώ συνολικά στην εξαετία 2010-2015 ο σχετικός δείκτης μειώθηκε κατά 5,1%.
Η αύξηση του ζωικού κεφαλαίου στο Ην. Βασίλειο και την Ισπανία σε συνδυασμό με την ανάκαμψη του πληθυσμού προβάτων στην Ιταλία οδήγησαν το 2015 σε αύξηση της ευρωπαϊκής παραγωγής πρόβειου κρέατος κατά 2,5%. Το ίδιο έτος η παραγωγή αίγειου κρέατος μειώθηκε κατά 2%. Το Ην. Βασίλειο (39%) και η Ισπανία (16,3%) συνεισέφεραν το 55,4% της συνολικής ευρωπαϊκής παραγωγής αιγοπρόβειου το 2015. Οι τιμές παρέμειναν στο επίπεδο των προηγούμενων ετών, καταγάφοντας ελαφρά μείωση. Η γενική εικόνα δείχνει ότι την περίοδο 2010-2015 ο δείκτης τιμής ήταν μειωμένος κατά 1,1%.
Αύξηση 3,9% σημειώθηκε στην παραγωγή κρέατος πουλερικών το 2015 σε σχέση με το 2014, κι έτσι συνεχίστηκε η ανοδική τάση των τελευταίων ετών. Πολωνία, Γαλλία, Ην. Βασίλειο, Γερμανία και Ισπανία συνεισέφεραν η καθεμία από 10% έως 15% στη συνολική ευρωπαϊκή παραγωγή κρέατος πουλερικών το 2015, έτος κατά το οποίο ο δείκτης τιμής για το κοτόπουλο μειώθηκε κατά 3,4% σε σχέση με το 2014 και κατά 8,5% σε σχέση με το 2013.
Τα τρία τέταρτα του ζωικού κεφαλαίου εκτρέφεται σε πολύ μεγάλες εκμεταλλεύσεις
Σχεδόν τα τρία τέταρτα (72,2%) των μονάδων ζωικού κεφαλαίου στην Ε.Ε. το 2013 εκτρέφονταν σε πολύ μεγάλες εκμεταλλεύσεις. Τα τελευταία χρόνια έχει υπάρξει μια σημαντική στροφή καθώς όλο και περισσότερες μονάδες ζωικού κεφαλαίου εκτρέφονται σε πολύ μεγάλες εκμεταλλεύσεις: ο αριθμός τους αυξήθηκε κατά περίπου 10 εκατομμύρια μονάδες μεταξύ των ετών 2005 και 2013 για να φτάσει τα 94 εκατομμύρια μονάδες ζωικού κεφαλαίου. Αντίθετα, στην ίδια περίοδο, ο αριθμός των μονάδων ζωικού κεφαλαίου μειώθηκε για όλες τις υπόλοιπες κατηγορίες μεγέθους εκμεταλλεύσεων, με τον συνολικό αριθμό των μονάδων ζωικού κεφαλαίου που εκτρέφονται σε πολύ μικρές εκμεταλλεύσεις να μειώνεται κατά το ήμισυ και πλέον.
Μια πιο λεπτομερής ανάλυση δείχνει ότι μερικές από τις μεγαλύτερες εκμεταλλεύσεις στην Ε.Ε. αύξησαν την πυκνότητα του κοπαδιού τους, γεγονός που υποδηλώνει ότι έκαναν χρήση πιο εντατικών μορφών εκτροφής. Ο αυξανόμενος αριθμός μονάδων ζωικού κεφαλαίου στις πολύ μεγάλες εκμεταλλεύσεις και ο μειούμενος αριθμός σε όλα τα υπόλοιπα μεγέθη εκμεταλλεύσεων παραμένει μία τάση στην Ε.Ε. Το 2013, στα μισά κράτη μέλη της Ε.Ε., περισσότερο από τα τρία τέταρτα όλων των μονάδων ζωικού κεφαλαίου εκτρέφονταν σε πολύ μεγάλες εκμεταλλεύσεις – το μερίδιο αυτό ξεπερνούσε και το 90% στις χώρες της Μπενελούξ και στη Δανία.
Αντιθέτως, οι μεγάλες εκμεταλλεύσεις αντιπροσώπευαν το μεγαλύτερο μερίδιο των μονάδων ζωικού κεφαλαίου σε δύο από τα κράτη μέλη της Ε.Ε. το 2013: το μερίδιό τους αυξήθηκε στο ένα τρίτο (33,3%) του συνόλου στη Σλοβενία και σε περισσότερο από το ήμισυ (51,2%) στην Ελλάδα. Από την άλλη, στη Ρουμανία περισσότερο από το ένα τρίτο του συνόλου των μονάδων ζωικού κεφαλαίου εκτρέφονταν το 2013 σε μικρές εκμεταλλεύσεις. Στη Ρουμανία είναι υψηλό επίσης το ποσοστό των μονάδων ζωικού κεφαλαίου που εκτρέφονται σε πολύ μικρές εκμεταλλεύσεις. Οι πολύ μικρές εκμεταλλεύσεις είχαν επίσης σχετικά υψηλά μερίδια εκτρεφόμενων μονάδων ζωικού κεφαλαίου στη Βουλγαρία (9,0%) και στην Ουγγαρία (7,5%) - στα υπόλοιπα κράτη μέλη το μερίδιό τους δεν ξεπέρασε το 2,2%.