Αυξημένες οι ελληνοϊσραηλινές συναλλαγές, προβληματίζει το πιστοποιητικό kosher για τα κρέατα
Related Articles
Ένα σημαντικό πεδίο οικονομικών συναλλαγών αναπτύσσεται τελευταία μεταξύ Ελλάδας και Ισραήλ, και αυτό φαίνεται από το ενδιαφέρον ισραηλινών επιχειρηματιών για επενδύσεις στην Ελλάδα, όσο και από τον αυξημένο όγκο του διμερούς εμπορίου, σύμφωνα με τα στοιχεία που καταγράφει το γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της ελληνικής πρεσβείας στο Ισραήλ.
Στη σχετική έκθεση του Γραφείου, καταγράφονται μάλιστα τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες εξαγωγείς στο Ισραήλ. Μεταξύ των προβλημάτων, σημαντική θέση κατέχουν εκείνα που αφορούν τις εξαγωγές κρεάτων kosher. Σύμφωνα με την αναφορά του Γραφείου ΟΕΥ, την οποία αναπαράγει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, «η έκδοση του πιστοποιητικού Κοsher που απαιτείται για την εισαγωγή νωπού κρέατος, πουλερικών, μεταποιημένων τροφίμων, κρασιών κ.ά., λειτουργεί αποτρεπτικά, τόσο λόγω της διαδικασίας (δεν είναι αποδεκτοί από τις ισραηλινές αρχές όλοι οι ραβίνοι), όσο και του περιορισμένου χρονικού διαστήματος για το οποίο ισχύει».
Επιπλέον, «αναφορικά με την εισαγωγή non-kosher νωπού κρέατος το Ισραήλ απαγορεύει τις εισαγωγές (με εξαίρεση την εισαγωγή 1.200 τόνων non-kosher ετησίως), ενώ επιτρέπει εγχώρια παραγωγή και εμπορία non-kosher κρέατος και προϊόντων του. Όλα τα εισαγόμενα κρέατα υποχρεωτικά πρέπει να πιστοποιούνται από την Αρχιραββινεία Ισραήλ. Η Ε.Ε. ζήτησε από την Αρχιραββινεία την αναγνώριση των πιστοποιητικών Kosher που εκδίδονται από τους Ραβίνους των χωρών της Ε.Ε., με σκοπό τη μείωση του κόστους πιστοποίησης, αίτημα στο οποίο δεν φάνηκε διατεθειμένη η πολιτική ηγεσία να επιλύσει, λόγω ενδεχόμενης διατάραξης εσωτερικών ισορροπιών».
Στα προβλήματα για τις ελληνικές εξαγωγές αναφέρονται επίσης:
- Ινστιτούτο Προδιαγραφών του Ισραήλ (Standards Institute of Israel). Οι διαδικασίες έγκρισης υποχρεωτικών προδιαγραφών των εισαγομένων προϊόντων είναι αργές και χρονοβόρες. Επιπλέον, δεν αναγνωρίζονται τα πιστοποιητικά που συνοδεύουν τα προϊόντα και ενδεχομένως έχουν εκδοθεί από αντίστοιχα ευρωπαϊκά ινστιτούτα.
- Οι ενώσεις παραγωγών μελιού και γαλακτοκομικών προϊόντων προκειμένου να προστατεύσουν την εγχώρια παραγωγή έχουν επιτύχει την επιβολή υψηλών φόρων και δασμών στα εισαγόμενα προϊόντα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα που συχνά αναφέρεται από στελέχη της ΕΕ στο Ισραήλ είναι της τιμής/κιλό του ολλανδικού τυριού γκούντα που στη χώρα παραγωγής στοιχίζει 5,14 δολ./κιλό και στο Ισραήλ 17,13 δολ./κιλό. Επιπλέον, το εμπόριο και η παραγωγή των εν λόγω προϊόντων ελέγχεται από 3 μεγάλες εταιρείες οι οποίες λειτουργούν με μονοπωλιακά χαρακτηριστικά (Τuva, Strauss και Τara)
- Η ύπαρξη μικρού αριθμού αδειών και ποσοστώσεων στις εισαγωγές αγροτικών προϊόντων, φρέσκων φρούτων και λαχανικών και μεταποιημένων τροφίμων, προστατεύει τους εγχώριους παραγωγούς και περιορίζει τις εισαγωγές.