Σε εφαρμογή το πρόγραμμα επιζωοτιολογικής διερεύνησης της γρίπης των πτηνών του 2019
Related Articles
Σε εξέλιξη βρίσκεται το πρόγραμμα επιζωοτιολογικής διερεύνησης της γρίπης των πτηνών του 2019, το οποίο εφαρμόζεται από τις κατά τόπους αρμόδιες κτηνιατρικές υπηρεσίες (εδώ η σχετική Απόφαση). Η κινητοποίηση των Αρχών έρχεται στο φόντο των κρουσμάτων γρίπης που επιμένουν στη γειτονική Βουλγαρία, όπου μάλιστα το τελευταίο περιστατικό καταγράφηκε στα τέλη του περασμένου έτους.
Σημειώνεται ότι κατά το 2016-2017 διαπιστώθηκε έξαρση κρουσμάτων γρίπης των πτηνών σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, αλλά στη Βουλγαρία, παρά τη δραστική μείωση των κρουσμάτων στις λοιπές ευρωπαϊκές χώρες, η νόσος εξακολούθησε να είναι σε έξαρση και κατά τη διάρκεια του 2018.
Η Ελλάδα δεν έμεινε ανεπηρέαστη, αφού στη διετία μέχρι το 2017 ανιχνεύτηκε η παρουσία ιών της γρίπης των πτηνών σε 12 άγρια πτηνά και επιβεβαιώθηκαν 6 εστίες της νόσου τόσο σε συστηματικές (1) όσο και σε οικόσιτες (5) εκμεταλλεύσεις εκτροφής πουλερικών. Το τελευταίο κρούσμα στη χώρα µας καταγράφηκε στις 23 Μαρτίου 2017 και έκτοτε δεν έχει επιβεβαιωθεί άλλο περιστατικό γρίπης των πτηνών είτε σε άγρια πτηνά είτε σε πουλερικά.
Το προαναφερθέν πρόγραμμα επιζωοτιολογικής διερεύνησης της γρίπης των πτηνών, εντάσσεται στο πλαίσιο των ετήσιων προγραμμάτων ενεργητικής και παθητικής επιτήρησης της γρίπης των πτηνών, που εφαρμόζονται τα τελευταία 15 χρόνια προκειμένου να υπάρχει ένα σύστημα έγκαιρης ανίχνευσης και κατ’ επέκταση αντιμετώπισης της νόσου. Πρόκειται για συγχρηµατοδοτούμενα από την Ε.Ε. προγράμματα δειγματοληψιών σε συστηματικές εκμεταλλεύσεις εκτροφής πουλερικών και σε άγρια πτηνά.
Τα παραπάνω στοιχεία προέρχονται από απάντηση της υφυπουργού ΥΠΑΑΤ Ολυμπίας Τελιγιορίδου σε σχετική κοινοβουλευτική Ερώτηση του βουλευτή Σωκράτη Βαρδάκη αλλά και σε αντίστοιχη Ερώτηση του βουλευτή Θεόδωρου Καράογλου.
Στην απάντησή της η κ. Τελιγιορίδου αναφέρει χαρακτηριστικά ότι οι κτηνιατρικές υπηρεσίες του ΥΠΑΑΤ, από την πρώτη στιγμή που ξέσπασε η επιζωοτία στην Ευρώπη ενημερώνουν διαρκώς και δίνουν κατάλληλες οδηγίες στις τοπικές κτηνιατρικές υπηρεσίες και στους κατόχους συστηματικών και οικόσιτων εκμεταλλεύσεων εκτροφής πουλερικών, προκειμένου:
α) να ενισχυθεί το σύστημα εποπτείας και να αυξηθούν οι επίσημοι έλεγχοι,
β) να εντατικοποιηθούν τα μέτρα βιοασφάλειας,
γ) να αυξηθεί η ροή δειγμάτων από πτηνοτροφικές επιχειρήσεις και άγρια πτηνά και
δ) να ενημερωθούν οι κάτοχοι πουλερικών και τα µέλη υπηρεσιών και φορέων που έρχονται σε άμεση επαφή µε άγρια πτηνά (δασικοί υπάλληλοι, κυνηγοί, ομοσπονδιακοί θηροφύλακες, ορνιθολόγοι, κέντρα περίθαλψης, φορείς διαχείρισης κ.λπ.).
Επιπλέον, πρέπει να σημειωθεί ότι στο πλαίσιο του ενδοκοινοτικού εμπορίου, η διακίνηση ζώντων πουλερικών πραγματοποιείται µέσω του συστήματος TRACES και µε την ηλεκτρονική έκδοση κτηνιατρικού υγειονομικού πιστοποιητικού, το οποίο εκδίδεται από τις αρμόδιες κτηνιατρικές υπηρεσίες, εφόσον πληρούνται οι σχετικές υγειονομικές απαιτήσεις που αφορούν στη γρίπη των πτηνών, σύμφωνα µε την ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία. Η άφιξη των φορτίων πουλερικών κοινοποιείται µέσω του συστήματος TRACES στις κτηνιατρικές υπηρεσίες των Περιφερειακών Ενοτήτων (Π.Ε.) του τόπου προορισμού, οι οποίες είναι αρμόδιες για τον έλεγχο του φορτίου.
«Σημειώνεται ότι λόγω των κρουσμάτων γρίπης στη Βουλγαρία, η κοινοτική νομοθεσία που καθορίζει τις ζώνες από τις οποίες απαγορεύεται ή επιτρέπεται υπό όρους η εξαγωγή πουλερικών στην Ελλάδα, τροποποιείται διαρκώς. Από την αρμόδια υπηρεσία του ΥΠΑΑΤ (Διεύθυνση Υγείας των Ζώων) όλες οι αρμόδιες κτηνιατρικές υπηρεσίες της χώρας, καθώς και οι εμπλεκόμενοι φορείς, λαμβάνουν άμεσα ανάλογη ενημέρωση επ’ αυτού µε σχετικές εγκυκλίους» καταλήγει στην απάντησή της η υφυπουργός.