Κενά στη στρατηγική της Ε.Ε. για τη βιοποικιλότητα
Related Articles
- Υπεγράφη απόφαση για τη στήριξη των απειλούμενων αυτόχθονων φυλών αγροτικών ζώων
- Γρήγορες και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στον αγροτικό τομέα, προωθεί το Συμβούλιο Γεωργίας και Αλιείας – Επτά μέτρα για το μέλλον της ευρωπαϊκής γεωργίας και η ελληνική συμβολή στις αποφάσεις
- Απειλή νέων προστίμων εξαιτίας της μη υλοποίησης των Διαχειριστικών Σχεδίων Βόσκησης – Απειλή για τις ενισχύσεις
Η Κοινή Γεωργική Πολιτική (ΚΓΠ) δεν στάθηκε αποτελεσματική στην ανάσχεση της επί δεκαετίες μείωσης της βιοποικιλότητας, και η εντατική γεωργία παραμένει μία από τις κύριες αιτίες για την απώλειά της.
Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει η νέα έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΕΣ), που διαπιστώνει κενά στη στρατηγική της Ε.Ε. για τη βιοποικιλότητα, καθώς και στον συντονισμό της με την ΚΓΠ.
Επιπλέον, η παρακολούθηση των δαπανών της ΚΓΠ για τη βιοποικιλότητα δεν είναι αξιόπιστη, και το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδότησης της ΚΓΠ έχει μικρό θετικό αντίκτυπο. Ορισμένα καθεστώτα της ΚΓΠ έχουν μεγαλύτερες δυνατότητες βελτίωσης της βιοποικιλότητας, αλλά η Κομισιόν και τα κράτη μέλη προέκριναν επιλογές με περιορισμένο αντίκτυπο.
Φθίνουσα η ποικιλία των ειδών
Στην Ευρώπη, ο αριθμός και η ποικιλία των ειδών που ενδημούν σε γεωργικές εκτάσεις ακολουθούν εδώ και χρόνια φθίνουσα πορεία. Από το 1990, οι πληθυσμοί των πτηνών των γεωργικών εκτάσεων και των πεταλούδων των λειμώνων –που αποτελούν κατάλληλο δείκτη των αλλαγών– έχουν μειωθεί σε ποσοστό άνω του 30%.
Η εντατική γεωργία έχει οδηγήσει σε μείωση της αφθονίας και της ποικιλομορφίας της φυσικής βλάστησης, και κατά συνέπεια των ζώων, και εξακολουθεί να αποτελεί μία από τις κύριες αιτίες της απώλειας βιοποικιλότητας.
Το 2011, η Επιτροπή συμφώνησε σε μια στρατηγική για την ανάσχεση της απώλειας βιοποικιλότητας έως το 2020. Δεσμεύθηκε μάλιστα να αυξήσει τη συμβολή της γεωργίας και της δασοκομίας στη διατήρηση της βιοποικιλότητας και έθεσε ως στόχο να επιφέρει «μετρήσιμη βελτίωση» στην κατάσταση διατήρησης των ειδών και των οικοτόπων που επηρεάζονται από τη γεωργία.
Σε συνέχεια αυτού, και στο πλαίσιο των ελεγκτικών εργασιών τους, οι ελεγκτές του ΕΕΣ επισκέφθηκαν την Κύπρο, τη Γερμανία, την Ιρλανδία, την Πολωνία και τη Ρουμανία, με σκοπό να αξιολογήσουν κατά πόσον η ΚΓΠ συνέβαλε στη βελτίωση της βιοποικιλότητας των γεωργικών εκτάσεων, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο η ΕΕ πέτυχε τους στόχους της.
«Η ΚΓΠ υπήρξε μέχρι τώρα ανεπαρκής για την αντιμετώπιση της μείωσης της βιοποικιλότητας στις γεωργικές εκτάσεις, μια μείζονα απειλή τόσο για τη γεωργία όσο και για το περιβάλλον», δήλωσε ο Viorel Ștefan, Μέλος του ΕΕΣ και αρμόδιος για την έκθεση. «Η πρόταση για την ΚΓΠ μετά το 2020 και η στρατηγική για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2030 έχουν ως στόχο να καταστήσουν την ΚΓΠ περισσότερο ικανή να ανταποκριθεί σε προκλήσεις όπως η απώλεια βιοποικιλότητας, η κλιματική αλλαγή ή η ανανέωση των γενεών, ενώ παράλληλα η ΚΓΠ θα συνεχίσει να στηρίζει τους Ευρωπαίους γεωργούς για την επίτευξη ενός βιώσιμου και ανταγωνιστικού γεωργικού τομέα».
Τι διαπίστωσαν οι ελεγκτές
Οι ελεγκτές διαπίστωσαν ότι η στρατηγική της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2020 δεν έθεσε μετρήσιμους στόχους για τη γεωργία, δυσχεραίνοντας έτσι την αξιολόγηση της προόδου και των επιδόσεων των δράσεων που χρηματοδοτούνται από την ΕΕ. Επιπλέον, ο συντονισμός μεταξύ των πολιτικών και των στρατηγικών της ΕΕ που αφορούσαν τη βιοποικιλότητα ήταν ανεπαρκής, με αποτέλεσμα, παραδείγματος χάριν, να μην αντιμετωπιστεί η μείωση της γενετικής ποικιλότητας –ενός υποσυνόλου της βιοποικιλότητας.
Οι άμεσες ενισχύσεις στο πλαίσιο της ΚΓΠ αντιστοιχούν περίπου στο 70% όλων των γεωργικών δαπανών της ΕΕ, αλλά ο τρόπος με τον οποίο η Επιτροπή παρακολουθεί τις δαπάνες της ΚΓΠ που ωφελούν τη βιοποικιλότητα είναι αναξιόπιστος, καθώς υπερεκτιμά τη συμβολή ορισμένων μέτρων. Επιπλέον, η επίδρασή τους στην βιοποικιλότητα των γεωργικών εκτάσεων είναι περιορισμένη ή άγνωστη. Μολονότι ορισμένες απαιτήσεις στο πλαίσιο των άμεσων ενισχύσεων, ιδίως ο οικολογικός προσανατολισμός και η πολλαπλή συμμόρφωση, έχουν τη δυνατότητα να βελτιώσουν τη βιοποικιλότητα, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη προέκριναν επιλογές με περιορισμένο αντίκτυπο, όπως οι εμβόλιμες καλλιέργειες ή οι καλλιέργειες με ικανότητες δέσμευσης του αζώτου.
Οι ελεγκτές διαπίστωσαν επίσης ότι το καθεστώς επιβολής κυρώσεων στο πλαίσιο της πολλαπλής συμμόρφωσης δεν είχε σαφή αντίκτυπο στην βιοποικιλότητα των γεωργικών εκτάσεων και ότι οι δυνατότητες του οικολογικού προσανατολισμού δεν αξιοποιήθηκαν επαρκώς.
Τα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης έχουν μεγαλύτερες δυνατότητες να ωφελήσουν τη βιοποικιλότητα σε σχέση με τις άμεσες ενισχύσεις, ιδίως όσα στηρίζουν φιλικές προς το περιβάλλον γεωργικές πρακτικές που υπερβαίνουν τις σχετικές νομικές υποχρεώσεις. Ωστόσο, τα κράτη μέλη σπάνια χρησιμοποιούν μέτρα με σημαντικό αντίκτυπο, όπως τα καθεστώτα βάσει αποτελεσμάτων, σε αντίθεση με τα λιγότερο απαιτητικά και λιγότερο ωφέλιμα («ελαφρώς οικολογικά») καθεστώτα που προτιμούν περισσότερο οι γεωργοί.
Οι ελεγκτές συνιστούν στην Κομισιόν να συντονίσει καλύτερα τη στρατηγική για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2030, να ενισχύσει τη συμβολή των άμεσων ενισχύσεων και της αγροτικής ανάπτυξης στη βιοποικιλότητα των γεωργικών εκτάσεων, να παρακολουθεί με μεγαλύτερη ακρίβεια τις δαπάνες στο πλαίσιο του προϋπολογισμού και να αναπτύξει αξιόπιστους δείκτες για την αξιολόγηση του αντικτύπου της ΚΓΠ.
[Image by 272447 from Pixabay]