Διασφάλιση των επιδοτήσεων με δίκαιη και αντικειμενική οριοθέτηση των μειονεκτικών περιοχών
Related Articles
Απάντηση στις πολλές και μεγάλες αντιδράσεις που έχει προκαλέσει η πρόταση για νέα οριοθέτηση των μειονεκτικών περιοχών, έδωσε χθες από το βήμα της Βουλής ο υπουργός ΥΠΑΑΤ Σταύρος Αραχωβίτης.
Απαντώντας σε Επίκαιρη Ερώτηση του βουλευτή του ΚΚΕ, Νίκου Μωραΐτη, ο υπουργός τόνισε ότι «θα προχωρήσουμε μέχρι το τέλος του έτους στη δίκαιη και αντικειμενική οριοθέτηση των μειονεκτικών περιοχών, προκειμένου να διασφαλίσουμε τις επιδοτήσεις των αγροτών».
Ο κ. Αραχωβίτης πρόσθεσε ότι «αυτή η Κυβέρνηση δεν είναι διατεθειμένη να ρισκάρει τις επιδοτήσεις για την στήριξη των Ελλήνων αγροτών», ενώ στην αρχή της τοποθέτησής του διαβεβαίωσε τον ερωτώντα βουλευτή ότι «δεν πρόκειται να υπάρξουν αδικίες σε καμία περιοχή». Σημείωσε δε ότι έχει επικοινωνήσει με «πάρα πολλούς αυτοδιοικητικούς που έχουν κατανοήσει τη διαδικασία της διαβούλευσης» που προηγήθηκε και «όλοι έχουν κατανοήσει ότι πρέπει να συμβάλουν στον διάλογο αυτό τεκμηριωμένα».
Στη συνέχεια, ο υπουργός ξεκαθάρισε ότι οι ορεινές περιοχές απορροφούν τα 2/3 των πόρων της εξισωτικής αποζημίωσης. Επίσης, όλες οι νησιωτικές και παραμεθόριες περιοχές εντάσσονται στις περιοχές με ειδικά μειονεκτήματα. Άρα, και από εκεί διασφαλίζεται ότι δεν πρόκειται κανένας να αδικηθεί.
Εξάλλου, ο Κανονισμός 1305/2013 θέτει νέα κριτήρια, που διαφέρουν από αυτά που είχαν τεθεί με τον προηγούμενο Κανονισμό που ίσχυε ήδη από τη δεκαετία του 1980. Τα κριτήρια είναι βιοφυσικά και όχι κοινωνικά. Είναι κριτήρια που περιλαμβάνουν φυσικούς περιορισμούς ή κακές κλιματολογικές συνθήκες, αλλά δεν έχουν ξεπεραστεί με επενδύσεις.
Όμως, ο κ. Αραχωβίτης σημείωσε ότι «εξετάζουμε την ενσωμάτωση των βοσκοτόπων όλων των δημοτικών διαμερισμάτων που έχουν βοσκοτόπους με βάση ένα κριτήριο που επιτρέπει την ένταξή τους στις ειδικές περιοχές».
Τέλος, σχετικά με την εγκυρότητα της μελέτης του Γεωπονικού Πανεπιστημίου με βάση την οποία έγινε η επαναχάραξη των μειονεκτικών περιοχών, ο υπουργός είπε ότι «η μελέτη εγκρίθηκε από το Κοινό Κέντρο Ερευνών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Άρα, ο χάρτης που βγήκε και τα κριτήρια που τέθηκαν βασίζονται σε μια εγκεκριμένη μελέτη του Γεωπονικού Πανεπιστημίου».