Ελληνικά νοικοκυριά, 2020: Σε κρέας το 21,4% της δαπάνης για αγορές τροφίμων

29 September 2021

Ελληνικά νοικοκυριά, 2020: Σε κρέας το 21,4% της δαπάνης για αγορές τροφίμων

Τα αποτελέσματα της Έρευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών (ΕΟΠ), έτους 2020 έδωσε στη δημοσιότητα η Ελληνική Στατιστική Αρχή.

ΚΛΙΚ στην εικόνα για μεγέθυνση

Σε ένα έτος κατά το οποίο οι δαπάνες των νοικοκυριών επηρεάστηκαν από την εφαρμογή μέτρων για την προστασία της δημόσιας υγείας και την αντιμετώπιση της πανδημίας COVID-19, στο σύνολο της χώρας, η έρευνα δείχνει ότι:

  • Η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών το 2020 εμφανίζεται μειωμένη κατά -37,1% σε σύγκριση με το 2008.
  • Το μερίδιο της μέσης δαπάνης για είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά και στέγαση των νοικοκυριών του φτωχότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 58,2% των δαπανών των νοικοκυριών, ενώ το αντίστοιχο μερίδιο του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 29,0%.
  • Η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών για αγορές, κατά το έτος 2020, ανήλθε στα 15.981,96 ευρώ (1.331,83 το μήνα), καταγράφοντας μείωση -9,9% σε σχέση με το έτος 2019.
  • Το 50% των νοικοκυριών δαπανούν περισσότερα από 1.080 ευρώ το μήνα.
  • Τα νοικοκυριά που διαμένουν σε ενοικιασμένη κατοικία δαπανούν το 19,8% του προϋπολογισμού τους κατά μέσο όρο για ενοίκιο.
  • Η υψηλότερη μέση ετήσια δαπάνη καταγράφηκε στην Περιφέρεια Αττικής και ανήλθε σε 18.401,52 ευρώ, ενώ η χαμηλότερη στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδος και ανήλθε σε 11.193,24 ευρώ.

Βασικές διαπιστώσεις

  • Tο μεγαλύτερο μερίδιο των δαπανών του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών αφορά:
    • στα είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά (23,1%),
    • στη στέγαση (15,3%) και
    • στις μεταφορές (12,3%),
      ενώ το μικρότερο μερίδιο των δαπανών (3,5%) αντιστοιχεί στις υπηρεσίες αναψυχής και πολιτισμού (Πίνακας 1).
  • Η μεγαλύτερη αρνητική ποσοστιαία μεταβολή δαπανών των νοικοκυριών, σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα (2019), παρουσιάζεται, κατά φθίνουσα κατάταξη, σε:
    • αναψυχή και πολιτισμό (-36,4%),
    • εστιατόρια, καφενεία και ξενοδοχεία (-35,4%),
    • είδη ένδυσης και υπόδησης (-27,4%),
      ενώ η μικρότερη αρνητική ποσοστιαία μεταβολή παρουσιάζεται στη στέγαση (-1,5%).
  • Αύξηση παρουσιάστηκε στις κατηγορίες:
    • είδη διατροφής (4,2%),
    • οινοπνευματώδη ποτά και καπνός ( 3,9%),
    • εκπαίδευση (2,6%),
    • υγεία (1,3%) και
    • επικοινωνίες (0,8%).
  • Σε καμία βασική κατηγορία ειδών διατροφής και μη οινοπνευματωδών ποτών δεν καταγράφηκε μείωση της μέσης μηνιαίας δαπάνης (τρέχουσες τιμές).

Μέση μηνιαία κατανάλωση (ποσότητες) ειδών διατροφής

Οι μεγαλύτερες αυξήσεις παρατηρούνται στα είδη διατροφής και οινοπνευματώδη ποτά και καπνό:

  • Οινοπνευματώδη ποτά (18,2%)
  • Φρούτα (6,9%)
  • Αυγά (6,3%)
  • Ψάρια (3,5%)
  • γιαούρτι (1,8%)
  • ρύζι (1,7%)

ενώ η μεγαλύτερη μείωση παρατηρείται στα είδη:

  • γάλα (-3,8%),
  • τσιγάρα (-3,8%)
  • ψωμί, είδη αρτοποιίας (-2,4%)
  • ζυμαρικά (-2,4%).

Η μέση μηνιαία ποσότητα φυσικού αερίου, στερεών καυσίμων (καυσόξυλα, πελλέτες, πυρήνας κ.λπ.) και ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώνεται στην κύρια κατοικία, αυξήθηκε κατά 15,8%, 10,5% και 0,4%, αντίστοιχα, ενώ η μέση μηνιαία ποσότητα υγραερίου και υγρών καυσίμων, μειώθηκε κατά -8,5% και -4,4%, αντίστοιχα (Πίνακας 12).

Ανισότητα και κίνδυνος φτώχειας

  • Το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης (αγορές, τρέχουσες τιμές) του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι 4,8 φορές μεγαλύτερο από το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης του φτωχότερου 20% του πληθυσμού (5,4 για το 2019). Ο δείκτης μειώνεται στο 3,5, όταν συμπεριληφθούν στην καταναλωτική δαπάνη και οι τεκμαρτές δαπάνες (τελική καταναλωτική δαπάνη) (4,2 για το 2019).
  • Τα νοικοκυριά του φτωχότερου 20% του πληθυσμού μείωσαν τις δαπάνες τους σε σχέση με το 2019 κατά -2,5%, ενώ τα νοικοκυριά του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού κατά -13,0%.
  • Το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης για είδη διατροφής των νοικοκυριών του φτωχότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 35,5% των δαπανών των νοικοκυριών, ενώ το αντίστοιχο μερίδιο του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 15,6%.
  • O κίνδυνος φτώχειας απειλεί το 15,6% του πληθυσμού της Χώρας, όταν στον υπολογισμό του δείκτη λαμβάνεται υπόψη μόνο η ισοδύναμη δαπάνη με τρόπο κτήσεως την αγορά (17,1% το 2019), ενώ ο δείκτης μειώνεται στο 11,9% του πληθυσμού (12,2% το 2019), όταν λαμβάνονται υπόψη όλες οι καταναλωτικές δαπάνες, ανεξάρτητα από τον τρόπο κτήσεως (τεκμαρτό ενοίκιο από ιδιοκατοίκηση, ιδιοπαραγόμενα αγαθά, αγαθά και υπηρεσίες παρεχόμενες δωρεάν από τον εργοδότη, άλλα νοικοκυριά, μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, κράτος κ.λπ.).
  • Η μέση μηνιαία ισοδύναμη δαπάνη των φτωχών νοικοκυριών εκτιμάται στο 34,7% των δαπανών των μη φτωχών νοικοκυριών. Τα φτωχά νοικοκυριά δαπανούν το 35,9% του μέσου προϋπολογισμού τους σε είδη διατροφής και μη αλκοολούχων ποτών, ενώ τα μη φτωχά το 22,2%.

Καταναλωτικά πρότυπα στην Ευρώπη

  • Σε Ελλάδα, Ισπανία και Πολωνία το σχετικά μεγαλύτερο μερίδιο των δαπανών (τρέχουσες τιμές) του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών αφορά στα είδη διατροφής και μη αλκοολούχα ποτά.
  • Τα καταναλωτικά πρότυπα διαφέρουν για την Αυστρία και την Τσεχία, όπου καταγράφονται ως υψηλότερες οι δαπάνες που αφορούν στη στέγαση, ενώ για το Ηνωμένο Βασίλειο οι δαπάνες στις μεταφορές.
  • Οι δαπάνες για εκπαίδευση κυμαίνονται από 1,0% του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών στην Πολωνία και Τσεχία, έως 3,7% στην Ελλάδα.
  • H Ελλάδα καταγράφει τη μεγαλύτερη ιδιωτική δαπάνη για την υγεία, 8,0% του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών ενώ η μικρότερη καταγράφεται στο Ηνωμένο Βασίλειο, 1,3%.
29 September 2021
Banner