Η καθιέρωση μέγιστου αριθμού επιτρεπόμενων ατόμων εντός καταστήματος και το περιορισμένο ωράριο για το λιανεμπόριο τροφίμων είχε σημαντικές αρνητικές συνέπειες για τα σούπερ μάρκετ.
Πιο συγκεκριμένα, η δυνατότητα εξυπηρέτησης πελατών έχει μειωθεί κατά 70%, με αποτέλεσμα μεγάλες ουρές και συνωστισμό εντός των καταστημάτων.
Αυτά είναι τα βασικά συμπεράσματα έρευνας που πραγματοποίησε το Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ).
Οι ερευνητές κάνουν λόγο για ανησυχητικά ευρήματα σχετικά με την εξυπηρέτηση του καταναλωτικού κοινού και μιλούν για αποφάσεις «οι οποίες έχουν ήδη προκαλέσει προβλήματα και στρεβλώσεις στα καταστήματα λιανεμπορίου τροφίμων».
Στο επίκεντρο τέθηκαν τα μέτρα περιορισμού που έλαβε η κυβέρνηση στα μέσα Ιανουαρίου ορίζοντας μέγιστο επιτρεπόμενο αριθμό ατόμων το 1 άτομο ανά 25τ.μ. (από 1 άτομο ανά 10 τ.μ. που ίσχυε μέχρι την Κυριακή 17/1). «Αυτή η αλλαγή στην περίπτωση των καταστημάτων τροφίμων δημιουργεί σημαντικό περιορισμό στη δυνατότητα εξυπηρέτησης του κοινού κατά 60%».
Από εκεί και πέρα, η δεύτερη Κοινή Υπουργική Απόφαση της 6ης Φεβρουαρίου, που ορίζει το ωράριο λειτουργίας των καταστημάτων τροφίμων στις περιοχές υψηλού κινδύνου έως τις 17:00 και σε Αττική και Θεσσαλονίκη τα Σάββατα έως τις 17:00, δημιούργησε νέο σημαντικό περιορισμό στη δυνατότητα εξυπηρέτησης του κοινού κατά 25% (από 12 ώρες σε 9 ώρες).
Σωρευτικά πρόκειται για μία μείωση της τάξης του 70% στη δυνατότητα εξυπηρέτησης του κοινού στα σούπερ μάρκετ.
Σημειώνεται ότι στο γενικό lockdown του Νοεμβρίου δεν υπήρχαν ο περιορισμός πρόσβασης του 1 ατόμου ανά 25 τ.μ., ούτε η μείωση του ωραρίου.
Το πρόβλημα των σούπερ μάρκετ με αριθμούς
Με βάση τα στοιχεία του Νοεμβρίου 2020, ο μέσος πραγματικός αριθμός πελατών ανά κατάστημα ανά ημέρα στα σούπερ μάρκετ είναι 858 άτομα. Με τα μέτρα του Ιανουαρίου και της 6ης Φεβρουαρίου, η μέση εκτιμώμενη ημερήσια δυνατότητα εξυπηρέτησης πελατών μειώνεται από 1.196 πελάτες (100 ανά ώρα) σε μόλις 479 πελάτες (40 ανά ώρα). Για την ακρίβεια 479 «επισκέπτες», καθώς συχνά και ειδικά το Σάββατο, οι επισκέψεις γίνονται από περισσότερα από μέλη του νοικοκυριού, μειώνοντας περαιτέρω τις δυνατότητες εξυπηρέτησης του καταστήματος.
Αντιστοίχως, με τις μειώσεις ωραρίου τα καταστήματα τροφίμων εξακολουθούν να μπορούν να εξυπηρετήσουν περίπου 40 άτομα ανά ώρα, αλλά για λιγότερες ώρες· έτσι η μέση εκτιμώμενη ημερήσια δυνατότητα εξυπηρέτησης πελατών μειώνεται από 1.196 πελάτες σε μόλις 319 πελάτες.
Το πρόβλημα μεγεθύνεται περαιτέρω, σημειώνει το ΙΕΛΚΑ, από το γεγονός ότι οι ώρες που έχουν περικοπεί από το ωράριο των καταστημάτων τροφίμων αντιστοιχούν σε ώρες και ημέρες με μεγάλη ζήτηση από το καταναλωτικό κοινό. Το Σάββατο συγκεκριμένα είναι η ημέρα με τη μεγαλύτερη κίνηση, ενώ η απογευματινή κίνηση τις καθημερινές από τις 16:00 και μετά είναι αρκετά έντονη. Ο λόγος είναι ότι οι συγκεκριμένες ώρες παραδοσιακά ακολουθούν τη λήξη του ωραρίου εργασίας σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα (ειδικά την Παρασκευή το απόγευμα), ενώ το Σάββατο είναι η εβδομαδιαία αργία με ανοιχτά καταστήματα, την οποία αξιοποιούν οι καταναλωτές για τις αγορές τους.
Οι συνέπειες των περιοριστικών μέτρων
Είναι σαφές ότι αυτός ο αριθμός δυνατότητας εξυπηρέτησης πελατών δεν επαρκεί για να εξυπηρετηθούν σωστά οι πελάτες. Το αποτέλεσμα αυτής της μείωσης στη δυνατότητα εξυπηρέτησης είναι αναπόφευκτα η δημιουργία ουρών εκτός των καταστημάτων, με τις εξής συνέπειες:
• Συνωστισμός εκτός των καταστημάτων στις ουρές. Ο συνωστισμός έξω από τα καταστήματα –που δεν υπήρχε μέχρι σήμερα– είναι δυνητικά πιο επικίνδυνος από τη γρήγορη εξυπηρέτηση όπως γινόταν μέχρι σήμερα μέσα στα καταστήματα.
Σύμφωνα με στοιχεία που συνέλεξε η Bespot την Παρασκευή 7/2 και το Σάββατο 8/2, καταγράφηκαν ουρές έως 5 ατόμων στην πλειονότητα των καταστημάτων μεσαίου τύπου. Οι ουρές ξεπέρασαν σε αρκετές περιπτώσεις τα 15 άτομα, ενώ καταγράφηκε το φαινόμενο της εγκατάλειψης επίσκεψης κατά την αναμονή εισόδου στο κατάστημα, σε αντίστοιχα επίπεδα με αυτά του 1ου lockdown (η Bespot χρησιμοποιεί ανεπτυγμένες τεχνικές Artificial Intelligence, και αναπτύσσει λύσεις εντοπισμού θέσης σε εσωτερικά και εξωτερικά περιβάλλοντα, για επιχειρήσεις στον κλάδο του λιανικού εμπορίου).
• Αύξηση του μέσου χρόνου εξυπηρέτησης λόγω των ουρών. Π.χ. αντί για 1 ώρα επίσκεψη θα χρειάζεται 1 ώρα συν 20-30 λεπτά αναμονή για είσοδο στο κατάστημα. Με δεδομένο μάλιστα τον περιορισμό της 2ωρης του SMS για αγορές από το 13033, πρακτικά μειώνεται ο διαθέσιμος χρόνος επίσκεψης για να αγοραστούν προϊόντα πρώτης ανάγκης.
• Εμφάνιση ανησυχίας, θυμού, αν όχι και πανικού, στο αγοραστικό κοινό λόγω των ουρών, κάτι που θα μεταφραστεί και σε αγοραστική συμπεριφορά.
Δεν είναι τα καταστήματα πηγές υπερμετάδοσης του ιού
Αυτά τα φαινόμενα, λένε οι ερευνητές, θα ισχύουν και για τους άλλους κλάδους του λιανεμπορίου. Δεν αποτελούν τα ίδια τα καταστήματα πηγές υπερμετάδοσης του ιού, όσο ο συνωστισμός σε ουρές εκτός των καταστημάτων.
«Δεν υπάρχουν στοιχεία που να στοιχειοθετούν την ανάγκη για πιο αυστηρά μέτρα σε σχέση με τον μέγιστο αριθμό ατόμων εντός των καταστημάτων του λιανεμπορίου εν γένει, εφόσον τηρούνται οι κανόνες υγιεινής και ασφάλειας. Άλλωστε από την αρχή της υγειονομικής κρίσης, τόσο το λιανεμπόριο συνολικά, όσο και το ειδικά το λιανεμπόριο τροφίμων τηρούν αυστηρά τα μέτρα της Πολιτείας, εφαρμόζοντας μάλιστα συχνά υγειονομικά πρωτόκολλα αυστηρότερα σε σχέση με τα νομοθετημένα», σημειώνει χαρακτηριστικά το ΙΕΛΚΑ.
Related Articles
Η καθιέρωση μέγιστου αριθμού επιτρεπόμενων ατόμων εντός καταστήματος και το περιορισμένο ωράριο για το λιανεμπόριο τροφίμων είχε σημαντικές αρνητικές συνέπειες για τα σούπερ μάρκετ.
Πιο συγκεκριμένα, η δυνατότητα εξυπηρέτησης πελατών έχει μειωθεί κατά 70%, με αποτέλεσμα μεγάλες ουρές και συνωστισμό εντός των καταστημάτων.
Αυτά είναι τα βασικά συμπεράσματα έρευνας που πραγματοποίησε το Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ).
Οι ερευνητές κάνουν λόγο για ανησυχητικά ευρήματα σχετικά με την εξυπηρέτηση του καταναλωτικού κοινού και μιλούν για αποφάσεις «οι οποίες έχουν ήδη προκαλέσει προβλήματα και στρεβλώσεις στα καταστήματα λιανεμπορίου τροφίμων».
Στο επίκεντρο τέθηκαν τα μέτρα περιορισμού που έλαβε η κυβέρνηση στα μέσα Ιανουαρίου ορίζοντας μέγιστο επιτρεπόμενο αριθμό ατόμων το 1 άτομο ανά 25τ.μ. (από 1 άτομο ανά 10 τ.μ. που ίσχυε μέχρι την Κυριακή 17/1). «Αυτή η αλλαγή στην περίπτωση των καταστημάτων τροφίμων δημιουργεί σημαντικό περιορισμό στη δυνατότητα εξυπηρέτησης του κοινού κατά 60%».
Από εκεί και πέρα, η δεύτερη Κοινή Υπουργική Απόφαση της 6ης Φεβρουαρίου, που ορίζει το ωράριο λειτουργίας των καταστημάτων τροφίμων στις περιοχές υψηλού κινδύνου έως τις 17:00 και σε Αττική και Θεσσαλονίκη τα Σάββατα έως τις 17:00, δημιούργησε νέο σημαντικό περιορισμό στη δυνατότητα εξυπηρέτησης του κοινού κατά 25% (από 12 ώρες σε 9 ώρες).
Σωρευτικά πρόκειται για μία μείωση της τάξης του 70% στη δυνατότητα εξυπηρέτησης του κοινού στα σούπερ μάρκετ.
Σημειώνεται ότι στο γενικό lockdown του Νοεμβρίου δεν υπήρχαν ο περιορισμός πρόσβασης του 1 ατόμου ανά 25 τ.μ., ούτε η μείωση του ωραρίου.
Το πρόβλημα των σούπερ μάρκετ με αριθμούς
Με βάση τα στοιχεία του Νοεμβρίου 2020, ο μέσος πραγματικός αριθμός πελατών ανά κατάστημα ανά ημέρα στα σούπερ μάρκετ είναι 858 άτομα. Με τα μέτρα του Ιανουαρίου και της 6ης Φεβρουαρίου, η μέση εκτιμώμενη ημερήσια δυνατότητα εξυπηρέτησης πελατών μειώνεται από 1.196 πελάτες (100 ανά ώρα) σε μόλις 479 πελάτες (40 ανά ώρα). Για την ακρίβεια 479 «επισκέπτες», καθώς συχνά και ειδικά το Σάββατο, οι επισκέψεις γίνονται από περισσότερα από μέλη του νοικοκυριού, μειώνοντας περαιτέρω τις δυνατότητες εξυπηρέτησης του καταστήματος.
Αντιστοίχως, με τις μειώσεις ωραρίου τα καταστήματα τροφίμων εξακολουθούν να μπορούν να εξυπηρετήσουν περίπου 40 άτομα ανά ώρα, αλλά για λιγότερες ώρες· έτσι η μέση εκτιμώμενη ημερήσια δυνατότητα εξυπηρέτησης πελατών μειώνεται από 1.196 πελάτες σε μόλις 319 πελάτες.
Το πρόβλημα μεγεθύνεται περαιτέρω, σημειώνει το ΙΕΛΚΑ, από το γεγονός ότι οι ώρες που έχουν περικοπεί από το ωράριο των καταστημάτων τροφίμων αντιστοιχούν σε ώρες και ημέρες με μεγάλη ζήτηση από το καταναλωτικό κοινό. Το Σάββατο συγκεκριμένα είναι η ημέρα με τη μεγαλύτερη κίνηση, ενώ η απογευματινή κίνηση τις καθημερινές από τις 16:00 και μετά είναι αρκετά έντονη. Ο λόγος είναι ότι οι συγκεκριμένες ώρες παραδοσιακά ακολουθούν τη λήξη του ωραρίου εργασίας σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα (ειδικά την Παρασκευή το απόγευμα), ενώ το Σάββατο είναι η εβδομαδιαία αργία με ανοιχτά καταστήματα, την οποία αξιοποιούν οι καταναλωτές για τις αγορές τους.
Οι συνέπειες των περιοριστικών μέτρων
Είναι σαφές ότι αυτός ο αριθμός δυνατότητας εξυπηρέτησης πελατών δεν επαρκεί για να εξυπηρετηθούν σωστά οι πελάτες. Το αποτέλεσμα αυτής της μείωσης στη δυνατότητα εξυπηρέτησης είναι αναπόφευκτα η δημιουργία ουρών εκτός των καταστημάτων, με τις εξής συνέπειες:
• Συνωστισμός εκτός των καταστημάτων στις ουρές. Ο συνωστισμός έξω από τα καταστήματα –που δεν υπήρχε μέχρι σήμερα– είναι δυνητικά πιο επικίνδυνος από τη γρήγορη εξυπηρέτηση όπως γινόταν μέχρι σήμερα μέσα στα καταστήματα.
Σύμφωνα με στοιχεία που συνέλεξε η Bespot την Παρασκευή 7/2 και το Σάββατο 8/2, καταγράφηκαν ουρές έως 5 ατόμων στην πλειονότητα των καταστημάτων μεσαίου τύπου. Οι ουρές ξεπέρασαν σε αρκετές περιπτώσεις τα 15 άτομα, ενώ καταγράφηκε το φαινόμενο της εγκατάλειψης επίσκεψης κατά την αναμονή εισόδου στο κατάστημα, σε αντίστοιχα επίπεδα με αυτά του 1ου lockdown (η Bespot χρησιμοποιεί ανεπτυγμένες τεχνικές Artificial Intelligence, και αναπτύσσει λύσεις εντοπισμού θέσης σε εσωτερικά και εξωτερικά περιβάλλοντα, για επιχειρήσεις στον κλάδο του λιανικού εμπορίου).
• Αύξηση του μέσου χρόνου εξυπηρέτησης λόγω των ουρών. Π.χ. αντί για 1 ώρα επίσκεψη θα χρειάζεται 1 ώρα συν 20-30 λεπτά αναμονή για είσοδο στο κατάστημα. Με δεδομένο μάλιστα τον περιορισμό της 2ωρης του SMS για αγορές από το 13033, πρακτικά μειώνεται ο διαθέσιμος χρόνος επίσκεψης για να αγοραστούν προϊόντα πρώτης ανάγκης.
• Εμφάνιση ανησυχίας, θυμού, αν όχι και πανικού, στο αγοραστικό κοινό λόγω των ουρών, κάτι που θα μεταφραστεί και σε αγοραστική συμπεριφορά.
Δεν είναι τα καταστήματα πηγές υπερμετάδοσης του ιού
Αυτά τα φαινόμενα, λένε οι ερευνητές, θα ισχύουν και για τους άλλους κλάδους του λιανεμπορίου. Δεν αποτελούν τα ίδια τα καταστήματα πηγές υπερμετάδοσης του ιού, όσο ο συνωστισμός σε ουρές εκτός των καταστημάτων.
«Δεν υπάρχουν στοιχεία που να στοιχειοθετούν την ανάγκη για πιο αυστηρά μέτρα σε σχέση με τον μέγιστο αριθμό ατόμων εντός των καταστημάτων του λιανεμπορίου εν γένει, εφόσον τηρούνται οι κανόνες υγιεινής και ασφάλειας. Άλλωστε από την αρχή της υγειονομικής κρίσης, τόσο το λιανεμπόριο συνολικά, όσο και το ειδικά το λιανεμπόριο τροφίμων τηρούν αυστηρά τα μέτρα της Πολιτείας, εφαρμόζοντας μάλιστα συχνά υγειονομικά πρωτόκολλα αυστηρότερα σε σχέση με τα νομοθετημένα», σημειώνει χαρακτηριστικά το ΙΕΛΚΑ.