Αραμπατζή: Ανάγκη ενός εθνικού στρατηγικού σχεδίου για την κτηνοτροφία
Related Articles
Την βούληση της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων για διατήρηση των συνδεδεμένων ενισχύσεων στην κτηνοτροφία και στη νέα ΚΑΠ (2021-27) καθώς και την διεκδίκηση νέας περιβαλλοντικής ενίσχυσης για κτηνοτρόφους, υπογράμμισε η Υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων, κ. Φωτεινή Αραμπατζή στο Διεθνές Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Εμπορίου Ζώντων Ζώων και Κρέατος (UECBV) και του Δικτύου Νέων Ευρωπαίων Στελεχών του Κρέατος (YEMCo), που διοργάνωσε η Εθνική Διεπαγγελματική Οργάνωση Κρέατος (ΕΔΟΚ) στην Αθήνα.
«Είναι δέσμευση της Κυβέρνησης
- αφενός οι συνδεδεμένες ενισχύσεις σε όλα τα κτηνοτροφικά προϊόντα να διατηρηθούν και να συνεχιστούν και στη νέα ΚΑΠ 2021-2027
- αφετέρου η Ελλάδα να διεκδικήσει την εισαγωγή στη νέα ΚΑΠ μιας νέας περιβαλλοντικής ενίσχυσης για την αναγνώριση του σημαντικού ρόλου, που διαδραματίζουν οι κλάδοι της κτηνοτροφίας στη διατήρηση εκτεταμένων περιοχών με φυσικά γεωγραφικά μειονεκτήματα, που είναι και το ζητούμενο στο νέο πλαίσιο, που διαμορφώνεται. Σύμμαχοί μας σ’ αυτό είναι οι Γάλλοι, οι Iρλανδοί, οι Ισπανοί και οι Ιταλοί», επισήμανε η κ. Αραμπατζή.
Παράλληλα, προανήγγειλε πρωτοβουλίες από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στην κατεύθυνση «να αναδείξουμε το ζωτικής σημασίας έργο που επιτελούν ειδικά οι Έλληνες κτηνοτρόφοι και κυρίως οι αιγοπροβατοτρόφοι.
Άλλωστε αυτή η μορφή της ελληνικής αιγοπροβατοτροφίας, κατά βάση εκτατική, έχει αναγνωρισθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι αναμφισβήτητα προσφέρει περιβαλλοντική προστιθέμενη αξία, συμβάλλει στην διατήρηση της βιοποικιλότητας και του τοπίου σε περιοχές είτε με γεωγραφικά μειονεκτήματα είτε με λιγότερο εύφορες εκτάσεις, καθώς και στην αντιμετώπιση φαινομένων, όπως η διάβρωση του εδάφους ή οι πυρκαγιές. Κατ’ αυτόν τον τρόπο τεκμηριώνουμε -γιατί πρέπει πλέον με επιχειρήματα να διεκδικούμε- την χορήγηση των συνδεδεμένων ενισχύσεων στην αιγοπροβατοτροφία και την διεκδίκηση της περιβαλλοντικής ενίσχυσης» είπε χαρακτηριστικά.
Η κ. Αραμπατζή ανέδειξε στην ομιλία της τη σημασία «εκπόνησης στρατηγικού σχεδίου για την ελληνική κτηνοτροφία, στα πρότυπα ανάλογων σχεδίων άλλων χωρών, όπως της Ιρλανδίας, που έχει επιτύχει εξαιρετικές επιδόσεις τα τελευταία χρόνια με το 90% του γάλακτος να εξάγεται».
Όπως υπογράμμισε, «το μερίδιο της ζωικής παραγωγής στο σύνολο του πρωτογενούς τομέα της Ελλάδας ανέρχεται μόλις στο 30%, ενώ στα ώριμα μοντέλα γεωργίας το αντίστοιχο ποσοστό είναι το διπλάσιο καθώς η ζωική παραγωγή είναι δραστηριότητα υψηλής προστιθέμενης αξίας.
Το στοιχείο αυτό σε συνδυασμό με το αναμφισβήτητα μη ικανοποιητικό ποσοστό αυτάρκειας της χώρας μας σε κρέας, ποσοστό, που φθάνει σε επίπεδα συναγερμού όσον αφορά στο μοσχαρίσιο και προβληματισμού όσον αφορά στο χοιρινό και από την άλλη πλευρά οι εξαιρετικές επιδόσεις στην αιγοπροβατοτροφία με την Ελλάδα να είναι 1η στην ΕΕ όσον αφορά την αιγοτροφία με το 35% της συνολικής παραγωγής και 3η στην προβατοτροφία με 15,9% καθώς και η δυναμική της ελληνικής πτηνοτροφίας, καθιστούν απόλυτα επιβεβλημένο τον επαναπροσδιορισμό του παραγωγικού μοντέλου της χώρας μας στην κτηνοτροφία μέσω του στρατηγικού σχεδίου».
Περιβαλλοντική ισορροπία
Μιλώντας για την κτηνοτροφία και την κλιματική αλλαγή, στη συζήτηση γύρω από το λεγόμενο Green Deal, η Υφυπουργός κατέστησε σαφές ότι «θέλουμε τους κτηνοτρόφους να αποτελούν μέρος της λύσης και όχι μέρος του προβλήματος. Η αποκατάσταση της ισορροπίας -περιβαλλοντικής, κοινωνικής, παραγωγικής– είναι, αναμφίβολα, αναγκαία αλλά δεν νοείται αποδυνάμωση της κτηνοτροφίας στην Ευρώπη», είπε με έμφαση και πρόσθεσε ότι υπάρχουν σοβαρά επιχειρήματα, που τεκμηριώνουν αυτήν την θέση:
- «Το μοντέλο κτηνοτροφίας σε διαφοροποιημένες, τοπικές και οικογενειακές γεωργικές δομές αποτελεί τη ραχοκοκαλιά των αγροτικών περιοχών της ΕΕ.
- Υποστηρίζει μεγάλο αριθμό θέσεων εργασίας, συμβάλλει στην κυκλική βιοοικονομία της ΕΕ, διασφαλίζοντας παράλληλα μια σταθερή και προσιτή προσφορά επαρκών, ασφαλών και θρεπτικών τροφίμων.
- Χωρίς την κτηνοτροφία, η Ευρώπη θα χάσει σημαντικές βοσκοτοπικές εκτάσεις, θα αντιμετωπίσει αυξημένες δασικές πυρκαγιές, θα παρουσιαστούν ελλείψεις σε οργανικά λιπάσματα και σε πολλές άλλες βασικές πρώτες ύλες.
- Ενώ, κάτι τέτοιο θα σήμαινε την ανάγκη να βασιστούμε στις εισαγωγές ζωικών προϊόντων με λιγότερους ελέγχους στα πρότυπα παραγωγής τους» υποστήριξε καταλήγοντας η κ. Αραμπατζή.