Τροποποιήσεις και στον Πτωχευτικό Κώδικα φέρνει το πολυνομοσχέδιο

13 December 2016

Τροποποιήσεις και στον Πτωχευτικό Κώδικα φέρνει το πολυνομοσχέδιο

Με το πολυνομοσχέδιο που κατέθεσε η κυβέρνηση στη Βουλή και το οποίο αφορά το πλαστικό χρήμα, επέρχονται αλλαγές και στον Πτωχευτικό Κώδικα. Οι τροποποιήσεις αυτές συνιστούν τον επόμενο σταθμό στην πορεία εκσυγχρονισμού της πτωχευτικής νομοθεσίας - μια πορεία που είχε ως χρόνο αφετηρίας της το έτος 1930 και ενδιάμεσο σταθμό ριζικής αναμόρφωσης τον Πτωχευτικό Κώδικα του 2007. Όπως σημειώνει η Αιτιολογική Έκθεση που συνοδεύει το πολυνομοσχέδιο, «Με την προτεινόμενη αναμόρφωση επιδιώκεται η αρμονική συνύπαρξη των αποτελεσματικών ρυθμίσεων του Κώδικα με τις νέες, οι οποίες επιβάλλονται από τη σύγχρονη κοινωνικο-οικονομική πραγματικότητα ή εισφέρονται από τις διεθνείς τάσεις και τη δικαστηριακή πρακτική».

Η αναθεώρηση του Πτωχευτικού Κώδικα κινείται σε τρεις άξονες:
α) Παροχή ουσιαστικής δυνατότητας επαναδραστηριοποίησης του έντιμου επιχειρηματία που ατύχησε παρ’ όλες τις καλόπιστες προσπάθειές του.
β) Ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και σύντμηση των προθεσμιών εκτύλιξης της πτωχευτικής διαδικασίας, έτσι ώστε, για μεν τις μη βιώσιμες επιχειρήσεις, η πτώχευση να ολοκληρώνεται σε εύλογο χρονικό διάστημα, για δε τις βιώσιμες επιχειρήσεις, να τίθενται τάχιστα σε εφαρμογή οι μηχανισμοί διάσωσης,
γ) Ενίσχυση της εξυγιαντικής λειτουργίας του πτωχευτικού δικαίου για τις βιώσιμες επιχειρήσεις, έτσι ώστε αυτό να μην αποτελεί καταστροφέα αξιών, αλλά ένα σύγχρονο εργαλείο αντιμετώπισης της εμπορικής αφερεγγυότητας, με έμφαση στην προληπτική του διάσταση και στην ανάγκη διάσωσης παραγωγικών πόρων (ανθρωπίνων και μη), παράλληλα προς τη λειτουργία του ως συλλογική ικανοποίηση των δανειστών στην προκύπτουσα «κοινωνία ζημίας», με όρους ισότητας.

Οι άξονες αυτοί, όπως διαβάζουμε στην Αιτιολογική Έκθεση, αναπτύσσονται ως εξής:
i) Χορήγηση δεύτερης ευκαιρίας – απαλλαγή. Με την εισαγωγή του θεσμού της απαλλαγής, ο οποίος βρισκόταν σε αχρησία στο προγενέστερο δίκαιο, αποφορτίζεται και αποενοχοποιείται κοινωνικοηθικά η πτώχευση και καθίσταται δυνατή η παροχή δεύτερης ευκαιρίας σε οφειλέτες - φυσικά πρόσωπα, τα οποία πτώχευσαν, χωρίς να τους βαρύνει κακόπιστη συμπεριφορά. Η δεύτερη ευκαιρία υλοποιείται με την πλήρη απαλλαγή του οφειλέτη που έχει κηρυχθεί συγγνωστός, μετά την παρέλευση δύο ετών από την κήρυξη της πτώχευσης, άλλως με την περάτωσή της, από το υπόλοιπο των απαιτήσεων των πιστωτών που δεν ικανοποιείται από την πτωχευτική περιουσία. Η προτεινόμενη ρύθμιση αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στο θεσμό της απαλλαγής ως μέσον για την ουσιαστική παροχή δεύτερης ευκαιρίας σε επιχειρηματίες που πτωχεύουν. Προϋποθέτοντας διαπίστωση μόνον καλής πίστης και έλλειψης δόλου από τον οφειλέτη, ο θεσμός της απαλλαγής αναμένεται να λειτουργήσει ευεργετικά προς την κατεύθυνση επαναδραστηριοποίησης πολλών επιχειρηματιών που επλήγησαν από τη δριμεία οικονομική κρίση, αναγκαζόμενοι να υποστούν την πτωχευτική διαδικασία παρ’ όλες τις έντιμες προσπάθειες αποφυγής της και οι οποίοι αντιμετωπίζουν καταστάσεις ισοδύναμες με «συναλλακτικό θάνατο».
ii) Απλοποίηση και επιτάχυνση της διαδικασίας - Σύντμηση προθεσμιών. Η αποτελεσματικότερη εφαρμογή του πτωχευτικού δικαίου και η ταχύτερη περάτωσή των εργασιών της πτώχευσης κρίθηκε απολύτως αναγκαία, καθώς το ισχύον δίκαιο περιλαμβάνει ρυθμίσεις που η σχετική πρακτική έχει αποδείξει ότι επιβαρύνουν τη διαδικασία χρονικά, χωρίς να αντλείται κάποιο όφελος από την εφαρμογή τους. Κατ' αποτέλεσμα, έτσι όπως εφαρμόζεται σήμερα η πτωχευτική διαδικασία, συχνό είναι το φαινόμενο οι εργασίες της πτώχευσης να ολοκληρώνονται σε χρόνο πέραν της δεκαετίας, με επιβλαβή αποτελέσματα για το σύνολο των εμπλεκομένων μερών, αλλά και την εθνική οικονομία γενικότερα. Έτσι, ενδεικτικά: Όταν η αίτηση πτώχευσης υποβάλλεται από τον οφειλέτη, απαιτείται η προσκόμιση οικονομικών καταστάσεων και βεβαίωσης για τα χρέη προς το Δημόσιο, προς υποβοήθηση του δικαστηρίου, το οποίο αξιολογεί την οικονομική κατάσταση του οφειλέτη. Σε αρμονία με τη γενική στόχευση του σχεδίου νόμου για σύντμηση των διαδικασιών, καταργείται το στάδιο της δικαστικής προεξέτασης του σχεδίου αναδιοργάνωσης (άρθρο 114). Για λόγους επιτάχυνσης της διαδικασίας:
- αντικαθίστανται οι αρμοδιότητες του πτωχευτικού δικαστηρίου με αρμοδιότητες του εισηγητή, όπως λ.χ. για την κατακύρωση της επιχείρησης στον πλειοδότη, τον ορισμό νέας τιμής πρώτης προσφοράς, την παροχή άδειας για εκποίηση ακινήτου όταν ήδη ξεκίνησε η εκτέλεση από τους ενέγγυους πιστωτές, την παροχή άδειας για εκποίηση ακινήτων του οφειλέτη, την επανάληψη του πλειστηριασμού
- περιορίζονται οι περιπτώσεις προσφυγής στο πτωχευτικό δικαστήριο ή στον εισηγητή δικαστή. Για λόγους περαιτέρω απλοποίησης της διαδικασίας των μικροπτωχεύσεων προστίθεται η δυνατότητα του πτωχευτικού δικαστηρίου να υποδεικνύει άλλον (διαδικαστικά απλούστερο και χρονικά συντομότερο) τρόπο διεξαγωγής της διαδικασίας. Τέλος προβλέπεται δραστική σύντμηση προθεσμιών διενέργειας διαδικαστικών πράξεων και άσκησης ενδίκων βοηθημάτων, η δυνατότητα εκ νέου σύγκλησης συνέλευσης των πιστωτών εφόσον εμφανισθεί αξιόχρεος επενδυτής για την αγορά του ενεργητικού της επιχείρησης ως συνόλου ή κλάδων, η διεύρυνση των περιπτώσεων καταλογισμού αστικής ευθύνης διοικητών κεφαλαιουχικών εταιριών, η κατάργηση του θεσμού της αποκατάστασης.
iii) Ενίσχυση εξυγιαντικής λειτουργίας βιώσιμων επιχειρήσεων. Ειδικά τόσο στην προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης, η οποία συμπυκνώνεται πλέον σε ένα στάδιο, όσο και στην ενδοπτωχευτική διαδικασία αναδιοργάνωσης, οι αλλαγές που προτείνονται αναμένεται να καταστήσουν αποτελεσματικότερη τη χρησιμοποίησή τους προς όφελος οφειλετών και δανειστών (συμπεριλαμβανομένων εργαζομένων, προμηθευτών, δημοσίου και ασφαλιστικών ταμείων), να παράσχουν, με τρόπο ευχερώς υλοποιήσιμο, τη δυνατότητα διάσωσης βιώσιμων επιχειρήσεων και θέσεων εργασίας και να αποτρέψουν καταστρατηγήσεις από μη βιώσιμες επιχειρήσεις. Έτσι, λοιπόν, η συναίνεση του οφειλέτη είναι ικανή αλλά όχι αναγκαία προϋπόθεση για την υλοποίηση της συμφωνίας εξυγίανσης, ειδικώς δε λαμβάνεται πρόβλεψη για τους μη συνεργάσιμους μετόχους/εταίρους (άρθρα 101 και 120α ΣχΠτΚ). Ειδικότερα παρέχεται το δικαίωμα σε πιστωτές των οποίων οι απαιτήσεις εκπροσωπούν τα απαιτούμενα ποσοστά, να υποβάλουν προς επικύρωση συμφωνία εξυγίανσης, αποκλειστικά και μόνον στην περίπτωση κατά την οποία ο οφειλέτης βρίσκεται σε παύση πληρωμών. Το παραπάνω δικαίωμα είναι ουσιωδώς περιορισμένο, καθόσον δύναται να ασκηθεί μόνον στην περίπτωση κατά την οποία ο οφειλέτης βρίσκεται σε κατάσταση παύσης πληρωμών, πλην όμως δεν λαμβάνει τα απαιτούμενα μέτρα, έστω και την ύστατη στιγμή, προκειμένου να αποφευχθεί η επικείμενη πτώχευση. Για το λόγο αυτό προβλέπεται και η υποχρεωτική συνυποβολή αίτησης πτώχευσης από τους πιστωτές. Η δε άσκηση του παραπάνω δικαιώματος προϋποθέτει σαφώς ότι η δυσχερής κατάσταση της επιχείρησης είναι έστω και οριακά αναστρέψιμη, καθώς και ότι το ποσοστό ικανοποίησης των πιστωτών, σε συνδυασμό με τα οφέλη από τη συνέχιση της επιχειρηματικής δραστηριότητας μέσω της συμφωνίας εξυγίανσης, είναι ουσιωδώς μεγαλύτερο από αυτό που θα επιτυγχανόταν σε περίπτωση ικανοποίησης μέσω της πτωχευτικής διαδικασίας.

Στην Αιτιολογική Έκθεση του πολυνομοσχεδίου σημειώνεται επιπλέον ότι:
Α) Η διαδικασία ανοίγματος της διαδικασίας εξυγίανσης κρίθηκε αναγκαίο να καταργηθεί διότι: 1. Η εν λόγω διαδικασία χρησιμοποιείτο παρελκυστικά και καταχρηστικά από πολλούς οφειλέτες, νομικά πρόσωπα και ατομικές επιχειρήσεις, προκειμένου να επιτύχουν την ασυλία έναντι των πιστωτών τους, μέσω των χορηγούμενων προληπτικών μέτρων και χωρίς πραγματική πρόθεση επίτευξης συμφωνίας εξυγίανσης.
2. Σε αντίθεση με τη διαδικασία άμεσης επικύρωσης συμφωνίας εξυγίανσης (pre pack), η οποία μόνη διατηρείται, η διαδικασία ανοίγματος διαδικασίας εξυγίανσης ελάχιστες φορές κατέληγε σε εν τοις πράγμασι επίτευξη συμφωνίας, γεγονός που επιβεβαιώνει την καταστρατήγηση της καταργούμενης διαδικασίας. Τούτο επιβεβαιώνεται και από τα στατιστικά στοιχεία των κατά τόπους Πρωτοδικείων. Για το λόγο αυτό, η διαδικασία ανοίγματος έχει περιπέσει σε ουσιαστική αχρησία και στις περισσότερες περιπτώσεις χρησιμοποιείται για τη λήψη και μόνον των αναγκαίων προληπτικών μέτρων κατά το χρονικό διάστημα των διαπραγματεύσεων. Έχει μάλιστα παρατηρηθεί ότι όταν οι οφειλέτες επιτύγχαναν τη σύναψη συμφωνίας εξυγίανσης, παραιτούντο από την αίτηση ανοίγματος και επικύρωναν την επιτευχθείσα συμφωνία μέσω της διαδικασίας άμεσης επικύρωσης. Η διατηρούμενη διαδικασία άμεσης επικύρωσης συμφωνίας εξυγίανσης είναι σαφώς ταχύτερη, καθόσον απαιτείται μία μόνον δικαστική απόφαση, αυτή της επικύρωσης. Προκειμένου δε να διασφαλιστεί η προστασία της εταιρίας κατά το χρονικό διάστημα των διαπραγματεύσεων, παρέχεται η δυνατότητα λήψεως προληπτικών μέτρων κατά το άνω χρονικό διάστημα και πριν από την υποβολή της συμφωνίας εξυγίανσης προς επικύρωση, με την ταχεία διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. Επιπλέον, για την αποφυγή καταστρατηγήσεων, τίθεται σύντομο χρονικό όριο ισχύος των προληπτικών μέτρων (4 μήνες), ούτως ώστε να επιταχυνθεί και να καταστεί αποτελεσματικότερη η διαδικασία των διαπραγματεύσεων της εταιρίας με τους πιστωτές της, ενώ για την αποφυγή παρελκυστικών τακτικών από τους οφειλέτες απαιτείται για τη χορήγηση των προληπτικών μέτρων -κατά το στάδιο πριν την επικύρωση- έγγραφη επιστολή συναίνεσης ποσοστού 20% των πιστωτών, ούτως ώστε να διαπιστώνεται η διαφαινόμενη συναίνεση των πιστωτών και οι προοπτικές επιτυχίας της διαδικασίας και να μη χορηγούνται τα προληπτικά μέτρα συλλήβδην σε οφειλέτες που δεν έχουν καμία πιθανότητα επίτευξης συμφωνίας.
Β) Η διαδικασία της ειδικής εκκαθάρισης, η οποία είχε τύχει πενιχρής εφαρμογής και τελούσε σε συστηματική αναντιστοιχία με τις υπόλοιπες διατάξεις του πτωχευτικού κώδικα, προτείνεται να τεθεί εκτός της ρυθμιζόμενης ύλης, έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η συσχέτιση κι ενδεχομένως η αφομοίωσή της από την απολύτως συναφή διαδικασία της ειδικής διαχείρισης του ν. 4307/2014, ενδεχομένως με την προσθήκη του οφειλέτη μεταξύ των προσώπων που δικαιούνται να ζητούν την κίνησή της, καθώς και οι δύο αποβλέπουν στην αντιμετώπιση ειδικότερων αναγκών και υπόκεινται σε συχνές αλλαγές μη συνάδουσες με τη λειτουργικότητα ενός κωδικοποιημένου νομοθετήματος, όπως ο πτωχευτικός κώδικας.
Γ) Η κήρυξη της πτώχευσης, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, συνεπάγεται την παύση της δραστηριότητας και την αδράνεια της επιχείρησης του οφειλέτη, σε τέτοιο βαθμό, ούτως ώστε να καθίσταται ανέφικτη η διάσωση και η αξιοποίηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Εντούτοις, στις ελάχιστες, ομολογουμένως, περιπτώσεις, στις οποίες δεν έχει επέλθει η απαξίωση της επιχείρησης και υφίσταται, έστω και ισχνή πιθανότητα παραγωγικής εκμετάλλευσής της, κρίνεται σκόπιμο να διατηρηθεί η δυνατότητα εξυγίανσης εντός της πτωχευτικής διαδικασίας, ως ultimum refugium, προ της οριστικής επέλευσης των δυσμενών για την επιχειρηματική δραστηριότητα συνεπειών της πτώχευσης (απαξίωση παραγωγικών μέσων, φήμη εταιρίας, απώλεια πελατών και προσφυγή τους στον ανταγωνισμό). Προς τούτο, διατηρείται η διαδικασία αναδιοργάνωσης των αρ. 107 επόμενα, η οποία βελτιστοποιείται ούτως ώστε να καταστεί ταχύτερη και αποτελεσματικότερη.
Δ) Γενικότερα, οι προτεινόμενες αλλαγές στοχεύουν στην ισόρροπη προώθηση της έγκαιρης διάσωσης βιώσιμων επιχειρήσεων και της ταχείας εκκαθάρισης μη βιώσιμων επιχειρήσεων, με ευεργετικά αποτελέσματα για τη διατήρηση θέσεων εργασίας, την αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων για δανειστές και οφειλέτες, την έγκαιρη επιστροφή στην παραγωγική διαδικασία παραγωγικών πόρων, παγιδευμένων σε αδρανείς και προβληματικές επιχειρήσεις και την αποτροπή του κινδύνου μετάδοσης της κρίσης και σε άλλες επιχειρήσεις.

13 December 2016
Banner