Το μάρκετινγκ των vegan προϊόντων βασίζεται κυρίως σε δύο αφηγήματα: Το ένα αφορά την προστασία του περιβάλλοντος και το δεύτερο τον υγιεινό τρόπο διατροφής που προσφέρουν.
Όμως, έρχεται μία μελέτη του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών σχετικά με τα vegan υποκατάστατα κρέατος και γενικά εναλλακτικών τροφίμων που πωλούνται στην Ελλάδα, που ανατρέπει τις μέχρι τώρα θεωρίες αναλύοντας πως τα φυτικά προϊόντα διατροφής μπορεί να μην υποστηρίζουν μια ισοδύναμη ή βελτιωμένη δίαιτα. Αυτό συμβαίνει διότι τα προϊόντα απομίμησης λουκάνικων, γάλακτος και γιαουρτιού είχαν χαμηλότερη περιεκτικότητα σε ολικά λιπαρά και κορεσμένα λιπαρά σε σύγκριση με τα αντίστοιχα ζωικής προέλευσης. Όλες οι απομιμήσεις γαλακτοκομικών προϊόντων είχαν χαμηλότερη περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη από τα γαλακτοκομικά με βάση τα ζώα ενώ η διατροφική ποιότητα των απομιμήσεων τυριών βαθμολογήθηκε ως D-E, σύμφωνα με το σύστημα Nutri-Score, σε σύγκριση με το A-C για το τυρί με βάση τα ζώα.
Η Foodwatch (ένας Μη Κερδοσκοπικός Οργανισμός που αγωνίζεται για ασφαλές, υγιεινό και οικονομικό φαγητό για όλους τους ανθρώπους) σε άρθρο της επιβεβαιώνει τα ευρήματα των Ελλήνων επιστημόνων: «Ενώ οι εναλλακτικές λύσεις κρέατος είναι καλές για το περιβάλλον και την καλή διαβίωση των ζώων, τα προϊόντα συχνά έχουν κακή απόδοση όσον αφορά την υγεία. Είναι συνήθως εξαιρετικά επεξεργασμένα, περιέχουν μια σειρά από πρόσθετα και μπορεί να είναι πολύ λιπαρά, αλμυρά και πλούσια σε θερμίδες. Σε έναν έλεγχο αγοράς που διενεργήθηκε για το Foodwatch για το Veganuary, τα περισσότερα προϊόντα απέτυχαν». Η οργάνωση αξιολόγησε τη θρεπτική αξία vegan μπέικον, vegan μορταδέλα, vegan σαλάμι, καθώς και υποκατάστατα burger και κοτόπουλου. Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη αξιολόγηση το vegan μπέικον περιέχει περισσότερο αλάτι και ζάχαρη από το χοιρινό μπέικον. Το βίγκαν μπέικον βαθμολογείται επίσης με σημαντικά υψηλότερη περιεκτικότητα σε φυτικές ίνες και πρωτεΐνες, αν και το χοιρινό περιέχει πολύ περισσότερα κορεσμένα λιπαρά.
Η vegan μορταδέλα έχει μόνο τις μισές θερμίδες από τη συμβατική μορταδέλα, η οποία όμως έχει πολύ περισσότερες πρωτεΐνες. Ωστόσο το υποκατάστατο περιέχει σημαντικά περισσότερες φυτικές ίνες.
Όσον αφορά στο σαλάμι περιέχει περίπου την ίδια ποσότητα κορεσμένων λιπαρών οξέων και πρωτεΐνης. Όταν πρόκειται για σαλάμι κρέατος, η υψηλότερη περιεκτικότητα σε αλάτι έχει αρνητικό αντίκτυπο, όπως και η σημαντικά υψηλότερη περιεκτικότητα σε θερμίδες. Τα vegan sticks σαλάμι, από την άλλη, περιέχουν περισσότερη ζάχαρη. Τι κοινό έχουν: Η εξίσου κακή βαθμολογία με το Nutri-Score E.
Στο ίδιο άρθρο αναφέρεται επίσης πως το μη επεξεργασμένο κρέας, όπως το στήθος κοτόπουλου ή ο κιμάς, είναι γενικά επίσης πιο υγιεινό από τα ιδιαίτερα αλμυρά και λιπαρά λουκάνικα. Το κρέας περιέχει πολύτιμα συστατικά όπως άμεσα διαθέσιμο σίδηρο, πρωτεΐνες, βιταμίνες Β καθώς και σελήνιο και ψευδάργυρο.
Πηγή: cibum.gr
Related Articles
Το μάρκετινγκ των vegan προϊόντων βασίζεται κυρίως σε δύο αφηγήματα: Το ένα αφορά την προστασία του περιβάλλοντος και το δεύτερο τον υγιεινό τρόπο διατροφής που προσφέρουν.
Όμως, έρχεται μία μελέτη του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών σχετικά με τα vegan υποκατάστατα κρέατος και γενικά εναλλακτικών τροφίμων που πωλούνται στην Ελλάδα, που ανατρέπει τις μέχρι τώρα θεωρίες αναλύοντας πως τα φυτικά προϊόντα διατροφής μπορεί να μην υποστηρίζουν μια ισοδύναμη ή βελτιωμένη δίαιτα. Αυτό συμβαίνει διότι τα προϊόντα απομίμησης λουκάνικων, γάλακτος και γιαουρτιού είχαν χαμηλότερη περιεκτικότητα σε ολικά λιπαρά και κορεσμένα λιπαρά σε σύγκριση με τα αντίστοιχα ζωικής προέλευσης. Όλες οι απομιμήσεις γαλακτοκομικών προϊόντων είχαν χαμηλότερη περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη από τα γαλακτοκομικά με βάση τα ζώα ενώ η διατροφική ποιότητα των απομιμήσεων τυριών βαθμολογήθηκε ως D-E, σύμφωνα με το σύστημα Nutri-Score, σε σύγκριση με το A-C για το τυρί με βάση τα ζώα.
Η Foodwatch (ένας Μη Κερδοσκοπικός Οργανισμός που αγωνίζεται για ασφαλές, υγιεινό και οικονομικό φαγητό για όλους τους ανθρώπους) σε άρθρο της επιβεβαιώνει τα ευρήματα των Ελλήνων επιστημόνων: «Ενώ οι εναλλακτικές λύσεις κρέατος είναι καλές για το περιβάλλον και την καλή διαβίωση των ζώων, τα προϊόντα συχνά έχουν κακή απόδοση όσον αφορά την υγεία. Είναι συνήθως εξαιρετικά επεξεργασμένα, περιέχουν μια σειρά από πρόσθετα και μπορεί να είναι πολύ λιπαρά, αλμυρά και πλούσια σε θερμίδες. Σε έναν έλεγχο αγοράς που διενεργήθηκε για το Foodwatch για το Veganuary, τα περισσότερα προϊόντα απέτυχαν». Η οργάνωση αξιολόγησε τη θρεπτική αξία vegan μπέικον, vegan μορταδέλα, vegan σαλάμι, καθώς και υποκατάστατα burger και κοτόπουλου. Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη αξιολόγηση το vegan μπέικον περιέχει περισσότερο αλάτι και ζάχαρη από το χοιρινό μπέικον. Το βίγκαν μπέικον βαθμολογείται επίσης με σημαντικά υψηλότερη περιεκτικότητα σε φυτικές ίνες και πρωτεΐνες, αν και το χοιρινό περιέχει πολύ περισσότερα κορεσμένα λιπαρά.
Η vegan μορταδέλα έχει μόνο τις μισές θερμίδες από τη συμβατική μορταδέλα, η οποία όμως έχει πολύ περισσότερες πρωτεΐνες. Ωστόσο το υποκατάστατο περιέχει σημαντικά περισσότερες φυτικές ίνες.
Όσον αφορά στο σαλάμι περιέχει περίπου την ίδια ποσότητα κορεσμένων λιπαρών οξέων και πρωτεΐνης. Όταν πρόκειται για σαλάμι κρέατος, η υψηλότερη περιεκτικότητα σε αλάτι έχει αρνητικό αντίκτυπο, όπως και η σημαντικά υψηλότερη περιεκτικότητα σε θερμίδες. Τα vegan sticks σαλάμι, από την άλλη, περιέχουν περισσότερη ζάχαρη. Τι κοινό έχουν: Η εξίσου κακή βαθμολογία με το Nutri-Score E.
Στο ίδιο άρθρο αναφέρεται επίσης πως το μη επεξεργασμένο κρέας, όπως το στήθος κοτόπουλου ή ο κιμάς, είναι γενικά επίσης πιο υγιεινό από τα ιδιαίτερα αλμυρά και λιπαρά λουκάνικα. Το κρέας περιέχει πολύτιμα συστατικά όπως άμεσα διαθέσιμο σίδηρο, πρωτεΐνες, βιταμίνες Β καθώς και σελήνιο και ψευδάργυρο.
Πηγή: cibum.gr