Μεταφορά ζώντων ζώων

13 January 2015

Μεταφορά ζώντων ζώων

Ακολουθεί κατά πόδας τη συρρίκνωση της ελληνικής κτηνοτροφίας

Μικρά και μεγάλα προβλήματα 7 χρόνια μετά την εφαρμογή του Καν. 1/2005

 

Γράφει ο Χρήστος Πραμαντιώτης

Δημοσιεύθηκε στο Meat News, τ.23, Ιανουάριος 2015 

 

Έχουν περάσει περίπου τέσσερις δεκαετίες από τότε που η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΟΚ τότε) θέσπισε για πρώτη φορά κανόνες για τη μεταφορά ζώντων ζώων. Η πρώτη προσπάθεια ήταν με την Οδηγία 77/489/ΕΟΚ, και η πιο πρόσφατη ήταν με τον Κανονισμό (ΕΚ) 1/2005.

Ο στόχος σε όλες τις περιπτώσεις, διπλός: α) αφενός η διευκόλυνση του εμπορίου ζώντων ζώων, και β) αφετέρου η καλή διαβίωση και προστασία των ζώων κατά τη μεταφορά. Τριάντα επτά χρόνια μετά την αρχική εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας, έχει ορισθεί ένα εξαιρετικά λεπτομερειακό πλαίσιο που παρακολουθεί κάθε στιγμή της μεταφοράς.

Είναι αποτελεσματικό το πλαίσιο αυτό όσον αφορά τους επιδιωκόμενους στόχους της νομοθεσίας; Δύσκολα μπορεί να μιλήσει κανείς με βεβαιότητα. Το σίγουρο είναι ότι σε επίσημη έκθεση που υπέβαλε η Κομισιόν το 2011 προσπάθησε να αναμετρηθεί με τρία κριτήρια: Προστατεύθηκε η καλή διαβίωση των ζώων; Πώς επηρεάστηκαν από τη νομοθεσία οι εμπορικές ροές ζώων εντός της Κοινότητας; Ποιες ήταν οι κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις από την εφαρμογή της νομοθεσίας;

Συνοπτικά πρέπει να αναφέρουμε ότι η Κομισιόν συμπεραίνει πως:

α) ο συνολικός αριθμός μεταφερόμενων ζώντων ζώων διατηρήθηκε σταθερός μετά την εφαρμογή του κανονισμού 1/2005 (με τη διαφορά ότι αυξήθηκε κατά πολύ ο αριθμός των χοίρων και μειώθηκε αντίστοιχα πολύ ο αριθμός των ιπποειδών),

β) δεν σημειώθηκαν ιδιαίτερες επιπτώσεις στην κτηνοτροφία απομακρυσμένων περιοχών της Ε.Ε.,

γ) η ποιότητα μεταφοράς των ζώων έχει βελτιωθεί μετά την εφαρμογή του Κανονισμού (αν και παραμένουν προβλήματα που σχετίζονται με την ανεπαρκή συμμόρφωση προς ορισμένες απαιτήσεις του Κανονισμού).

Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι η έκθεση ξεκαθαρίζει πως ο Κανονισμός 1/2005 είχε οικονομικές επιπτώσεις για τις μεταφορικές εταιρείες: «Το κόστος οφείλεται στα διοικητικά μέτρα και στις επενδύσεις για την αναβάθμιση των οχημάτων για μακρινά ταξίδια. Φαίνεται ότι οι μεταφορικές εταιρείες δεν είναι σε θέση να μεταφέρουν το κόστος αυτό σε άλλους συντελεστές της βιομηχανίας τροφίμων. Θα μπορούσε να υποτεθεί ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ο τομέας μεταφορών ζώων είναι άκρως ανταγωνιστικός».

Όλα αυτά βέβαια πριν έρθει για τα καλά στην Ευρώπη η οικονομική κρίση να δημιουργήσει δυσμενέστερους όρους σε όλα τα επίπεδα. Ίσως θα έπρεπε η Κομισιόν να επαναλάβει την έκθεση λαμβάνοντας υπόψη τις σημερινές συνθήκες…

 

Τι γίνεται στην Ελλάδα

«Στην Ελλάδα τώρα πια φέρνουμε κυρίως ζώα για πάχυνση ή για αναπαραγωγή και πολύ λιγότερο πλέον για σφαγή. Παλαιότερα, προ κρίσης, στον τομέα των βοοειδών είχαμε μια εισαγωγή η οποία ξεπερνούσε τα εκατό με εκατόν είκοσι χιλιάδες κεφάλια ετησίως, άρα ήταν πολύ μεγάλος ο ρόλος των μεταφορών ζώων. Σήμερα η εισαγωγή ζώντων ζώων έχει πέσει περίπου στο μισό» λέει στο Meat News ο Χάρης Πανταζής, από την εταιρία Alena Foods που δραστηριοποιείται μεταξύ άλλων στις εισαγωγές ζώντων ζώων πάχυνσης, σφαγής και αναπαραγωγής, αντιπροσωπεύοντας κτηνοτροφικούς συνεταιρισμούς του εξωτερικού. Ερμηνεύοντας ο ίδιος αυτή την εξέλιξη, σημειώνει ότι: «Αυτό σημαίνει πως οι παραγωγοί που δραστηριοποιούνταν στον τομέα, έχουν εγκαταλείψει τον χώρο. Έχουν κλείσει στάβλοι, έχουν χαθεί θέσεις εργασίας, έχει μειωθεί και ο κύκλος εργασιών και οι δυνατότητες πώλησης και για τους γεωργούς, για τα σιτηρά μας, για τα κριθάρια, στάρια, για όλους όσοι εμπλέκονται και στο χώρο των ζωοτροφών».

Ένα εξαιρετικά λεπτομερές και αυστηρό πλαίσιο ορίζει κάθε πτυχή της μεταφοράς ζώων, ακόμη και τις προδιαγραφές των οχημάτων. Έχουν αισθητήρες, ποτίστρες, ταΐστρες, εξαερισμό, ενώ προβλέπεται επίσης η απαιτούμενη επιφάνεια δαπέδου για κάθε τύπο και βάρος ζώου. Η δε νταλίκα έχει GPS που καταγράφει πλήρως τη διαδρομή της. Γνωρίζοντας ενδελεχώς τη διαδικασία αυτή, ο Χάρης Πανταζής μας λέει ότι ένα όχημα «όταν φεύγει από ένα σημείο Α στην Ευρώπη, για να έρθει στην Ελλάδα, έχει δηλώσει ακριβώς ποια είναι η διαδρομή του, πού θα κάνει στάση και πού θα καταλήξει. Και πριν φύγει, τα ζώα έχουν δηλωθεί από την Κτηνιατρική Υπηρεσία του σημείου Α στην αντίστοιχη ελληνική Αρχή η οποία γνωρίζει ότι γίνεται μια τέτοια μεταφορά, και περιμένει τα ζώα με τον συγκεκριμένο παραγωγό, με τα συγκεκριμένα νούμερα και διαβατήρια του ζώου, να τα καταθέσει και να ολοκληρωθεί η μετακίνηση».

 

Ευζωία με κόστος

Οι προδιαγραφές μεταφοράς συνθέτουν ένα πλαίσιο που έχει εγκαθιδρύσει η Ε.Ε. για να παρακολουθούνται τα ζώα, να μην εξαπλώνονται οι ασθένειες, να αποφευχθούν ατυχήματα και γενικά ό,τι μπορεί να προκύψει κατά τη μετακίνηση του ζώου από τον ένα χώρο στον άλλο. Το πλαίσιο του ταξιδιού περιλαμβάνει επίσης τις απαραίτητες στάσεις για ανάπαυση των ζώων. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι για τις μεγάλης διάρκειας μεταφορές, απαιτείται 24ωρη στάση με ξεφόρτωμα των ζώων σε εγκεκριμένο (με κωδικό έγκρισης) σημείο στάσης. Όσο κι αν αυτό δείχνει εκ πρώτης όψεως λογικό, πρόκειται στην ουσία για μια πολιτική απόφαση που προέκυψε κατόπιν πιέσεων από οικολογικές ομάδες, λέει ο κ. Πανταζής, που εξηγεί: «Δημιουργεί μεγάλο στρες στα ζώα όταν σε ένα ταξίδι δύο-τριών ημερών τα ανεβοκατεβάσεις από το όχημα. Έτσι, αντί για καλή διαβίωση επιτυγχάνεται το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα. Τα ζώα, όταν βρίσκονται στη διάρκεια της μεταφοράς, βρίσκονται σε μια ορισμένη ισορροπία. Εάν λοιπόν το σταματήσεις αυτό το ταξίδι, ανοίξεις τις πόρτες, τα βγάλεις σε έναν άγνωστο χώρο που είναι ο σταθμός συγκέντρωσης και ξεκούρασης, δημιουργείται ένα σοκ. Την επόμενη ημέρα τα ξαναβάζεις στο φορτηγό, δεύτερο σοκ, για να πάνε στον τόπο προορισμού τους. Από την άλλη, υπάρχουν και επιπτώσεις υγειονομικές, διότι οι ευρωπαϊκοί σταθμοί είναι χώροι πρόσμιξης ζώων που έρχονται από διαφορετικούς προορισμούς. Με αποτέλεσμα να μεταδίδονται ασθένειες. Θα μπει το ζώο υγιές μέσα σε ένα στάβλο από τον οποίο έχουν περάσει ζώα από άλλη χώρα που είναι μη υγιή, και θα κολλήσει. Από πνευμονία μέχρι φυματίωση, μέχρι καταρροϊκό πυρετό».

 

Ακριβή επένδυση η αναβάθμιση

Κατάλληλη στέγη, δάπεδο και στρωμνή, εξοπλισμός για το τάισμα, χωρίσματα εντός του χώρου, σύστημα παροχής νερού, σύστημα αερισμού που θα διατηρεί σε κάθε περίπτωση τη θερμοκρασία μεταξύ των ορίων 5ο-30ο C, σύστημα ελέγχου θερμοκρασίας και αισθητήρες καταγραφής της, κι ακόμη σύστημα δορυφορικής πλοήγησης που επιτρέπει την καταχώριση και την παροχή πληροφοριών εντοπισμού θέσης του οχήματος και πληροφορίες για το άνοιγμα ή το κλείσιμο των θυρών φόρτωσης, είναι μερικά από τα απαιτούμενα που πρέπει να πληροί ένα όχημα για να πραγματοποιεί μεταφορά ζώων μεγάλης διάρκειας. Από το 2007, που άρχισαν να εφαρμόζονται αυτές οι υποχρεωτικές προδιαγραφές, οι μεταφορείς όφειλαν να κάνουν στα οχήματά τους τις αναγκαίες τροποποιήσεις. Ήταν μια πραγματική επένδυση, κι επίσης μια ακριβή επένδυση που ήρθε να προστεθεί στα διοικητικά κόστη που πρόσθεσε το νομικό πλαίσιο του Καν. 1/2005.

Η έκθεση της Κομισιόν την οποία αναφέραμε στην αρχή, είναι χαρακτηριστική. Υπολογίζοντας το διοικητικό κόστος κάνει λόγο για δαπάνες που προκύπτουν περίπου ανά πενταετία (έγκριση οχήματος 26 ευρώ κατά Μέσο Όρο και απόκτηση άδειας για μεταφορείς 515 ευρώ κατά Μέσο Όρο) και για δαπάνες που βαραίνουν κάθε φορτίο (όπως η καταγραφή και η υποβολή Ημερολογίων ταξιδιού στην αρμόδια αρχή) και υπολογίζονται σε 22 ευρώ κατά Μέσο Όρο. Η ίδια η Κομισιόν πάντως αναγνωρίζει ότι ακόμη και σε αυτό το επίπεδο υπάρχουν στρεβλώσεις, καθώς π.χ. η άδεια για μεταφορέα κόστιζε (τον καιρό που εκπονήθηκε η μελέτη) 605 ευρώ στη Γαλλία και 33 ευρώ στη Βουλγαρία(!)

Αντίστοιχα, σύμφωνα με την ίδια έκθεση, η αναβάθμιση του φορτηγού όπως την απαιτούσε ο Κανονισμός 1/2005, κόστισε κατά Μέσο Όρο περί τις 12.000 ευρώ (στεγανή οροφή και ποτίστρες με δεξαμενή: 5.000 ευρώ, δορυφορικό σύστημα πλοήγησης και σύστημα παρακολούθησης-καταγραφής της θερμοκρασίας: 3.800 ευρώ, σύστημα εξαερισμού: 2.300 ευρώ).

Αποτέλεσμα ήταν πολλοί από τους μεταφορείς να χρεωθούν με δάνεια και τώρα να δουλεύουν ακόμη για να αποπληρώσουν. Αυτό όμως γίνεται σε συνθήκες δύσκολες, καθώς πλέον έχει συρρικνωθεί το μεταφορικό έργο. «Για τους περισσότερους μεταφορείς τα πράγματα είναι οριακά» λέει στο Meat News ο Δημήτρης Τραγάκης, που διατηρεί την επιχείρηση TRAGAKIS TRANS και είναι ένας από τους 91 πιστοποιημένους μεταφορείς ζώντων ζώων στην Ελλάδα. «Το μεταφορικό έργο έχει μειωθεί πολύ σε σχέση με μια πενταετία πριν. Αιτία γι’ αυτό ήταν βέβαια η οικονομική κρίση αλλά και το γεγονός ότι έχει μειωθεί πολύ το ζωικό κεφάλαιο στην Ελλάδα. Δεν είναι επίσης άσχετο το γεγονός ότι έχουν μπει στην αγορά πολλά φορτηγά από τις πρώην ανατολικές χώρες της Ευρώπης, που πηγαίνουν πολύ χαμηλά στις τιμές» αναφέρει ο κ. Τραγάκης και σημειώνει: «Πλέον δεν βγαίνει μεροκάματο. Κάποιοι βγαίνουν από την αγορά, τα παρατάνε, κάποιοι άλλοι αλλάζουν καρότσα για να μεταφέρουν άλλο είδος».

Οι Έλληνες μεταφορείς, με ένα ως τρία φορτηγά ο καθένας, εναρμονίστηκαν γρήγορα με το νομικό πλαίσιο που επέβαλε η Ε.Ε. στις μεταφορές ζώων, όμως αυτό κόστισε. «Και συνεχίζει να κοστίζει», σύμφωνα με τον Δημήτρη Τραγάκη, «αφού για το δορυφορικό σύστημα πλοήγησης πληρώνεις συνδρομή περίπου 450 ευρώ για κάθε φορτηγό ετησίως, και υπάρχει επιπρόσθετη χρέωση ανά μήνα».

Το αποτέλεσμα είναι οι μεταφορικές εταιρείες να βρίσκονται σε δυσχερή θέση η οποία σαφώς επηρεάζεται από τα πολλά προβλήματα της ελληνικής κτηνοτροφίας, εξαιτίας των οποίων εισάγονται στην Ελλάδα όλο και λιγότερα ζώα.

 

Ακτινογραφία των εμπορικών ρευμάτων

  • Σύμφωνα με παλαιότερη έκθεση της Κομισιόν, πριν την έλευση της οικονομικής κρίσης, περίπου 37 εκατομμύρια ζώντων βοοειδών, χοίρων, προβάτων, αιγών και ίππων μεταφέρονταν κάθε χρόνο ανάμεσα στα κράτη-μέλη της Ε.Ε. και ανάμεσα στην Ε.Ε. και σε τρίτες χώρες. Η εσωτερική κατανομή ήταν: 11,7% βοοειδή, 75,9% χοίροι, 11,8% αιγοπρόβατα, 0,6% ίπποι. Αυτά το 2009, αλλά δεν υπάρχει αξιόπιστη μελέτη που να δείχνει πόσα ζώα μεταφέρθηκαν το 2013, αν δηλαδή και πόσο μειώθηκαν οι συγκεκριμένες εμπορικές ροές.
  • Το μεγαλύτερο μέρος μεταφοράς ζώντων ζώων εντός της Ε.Ε. πραγματοποιείται μεταξύ λίγων κρατών-µελών. Επτά κράτη-µέλη (Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία, Πολωνία, Ιταλία, Κάτω Χώρες και Ισπανία) αντιστοιχούν στο 60% του εμπορίου βοοειδών εντός της Ε.Ε. και το 70% σχεδόν των χοίρων μεταφέρονται από τη Δανία ή τις Κάτω Χώρες, ενώ στη Γερμανία πραγματοποιείται άνω του 50% όλων των μεταφορών χοίρων.
  • Το 65-70% των διασυνοριακών μεταφορών ζώων αποτελείται από μικρής απόστασης ταξίδια. Το 25-30% των αποστολών πραγματοποιούν ταξίδια μεγάλης απόστασης, ενώ τα ταξίδια πολύ μεγάλων αποστάσεων αντιστοιχούν στο 5%.

 

13 January 2015
Banner