Απώλεια πόρων από τη νέα οριοθέτηση των μειονεκτικών περιοχών βλέπει και η ΠΟΓΕΔΥ

10 October 2018

Απώλεια πόρων από τη νέα οριοθέτηση των μειονεκτικών περιοχών βλέπει και η ΠΟΓΕΔΥ

Συνέχεια στα ερωτήματα και τις αντιδράσεις που προκλήθηκαν μετά τη δημοσιοποίηση του σχεδίου απόφασης του ΥΠΑΑΤ για τον επανακαθορισμό των μειονεκτικών περιοχών, δίνει η Πανελλήνια Ομοσπονδία Γεωτεχνικών Δημοσίων Υπαλλήλων (ΠΟΓΕΔΥ). Μετά την αντίθεση που έχει εκφραστεί από τον κτηνοτροφικό κλάδο, αλλά και στη Βουλή με σειρά Ερωτήσεων που έχουν κατατεθεί, οι Γεωτεχνικοί του Δημοσίου έρχονται από την πλευρά τους να υποστηρίξουν ότι με την οριοθέτηση η οποία προτείνεται, «ουσιαστικά απεντάσσεται πλήθος περιοχών από το καθεστώς των μειονεκτικών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη σημαντική απώλεια πόρων για τους τομείς της γεωργίας και κτηνοτροφίας».

Σε ανακοίνωση της ΠΟΓΕΔΥ σημειώνεται επιπλέον ότι η νέα οριοθέτηση είναι αποτέλεσμα μελέτης του Γεωπονικού Πανεπιστημίου, η οποία είναι αναγκαίο να αναθεωρηθεί, ενώ με την ευκαιρία αυτή η Ομοσπονδία αναφέρεται και στο ζήτημα της ενσωμάτωσης κάποιων ΤΕΙ σε γεωπονικές σχολές και πανεπιστήμια, επισημαίνοντας τον κίνδυνο που ελλοχεύει για την ποιότητα και το κύρος των γεωτεχνικών σπουδών στη χώρα μας.

Αναλυτικά η ανακοίνωση της ΠΟΓΕΔΥ έχει ως εξής:

«Τις τελευταίες ημέρες έχει δημιουργηθεί μεγάλη αναστάτωση στους Συναδέλφους που υπηρετούν σε υπηρεσίες της περιφέρειας από την δημοσιοποίηση του σχεδίου απόφασης για τον επανακαθορισμό των ορεινών και μειονεκτικών περιοχών, οι οποίες λαμβάνουν πρόσθετη στήριξη μέσα από χρηματοδοτήσεις της ΚΑΠ. Χωρίς κανείς να αμφισβητεί την αναγκαιότητα προσαρμογής στα νέα δεδομένα του πρωτογενή τομέα καθώς και της άρσης στρεβλώσεων που παρουσιάζει σε κάποιες περιπτώσεις η σημερινή οριοθέτηση, πρέπει να αναφερθεί ότι προφανώς κάτι δεν πήγε καλά με την μελέτη η οποία παρουσιάστηκε.

Με την οριοθέτηση η οποία προτείνεται, ουσιαστικά απεντάσσεται πλήθος  περιοχών από το καθεστώς των μειονεκτικών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την σημαντική απώλεια πόρων για τους τομείς της γεωργίας και κτηνοτροφίας. Αυτό γίνεται αφού στην μελέτη η οποία παρουσιάστηκε υπάρχουν κενά που σχετίζονται:

  1. Με το γεγονός ότι για τον υπολογισμό των μέσων όρων της αποδοτικότητας δεν ελήφθησαν υπόψη οι εκτάσεις οι οποίες εξυπηρετούν την κτηνοτροφία, που ως γνωστόν αποτελεί σημαντικό αποδέκτη της λεγόμενης εξισωτικής αποζημίωσης. Με τον τρόπο αυτό περιοχές με σημαντική κτηνοτροφία χαρακτηρίζονται πλέον μη επιλέξιμες και απεντάσσονται, με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει για τον κλάδο της κτηνοτροφίας του οποίου οι οικονομικές αποδόσεις είναι οριακές, συμπιέζονται δεν το τελευταίο χρονικό διάστημα ακόμη περισσότερο με τις τιμές γάλακτος αλλά και την εφαρμογή των περίφημων διαπιστώσεων της εργαλειοθήκης
  2. Ο σχεδιασμός σε πολλές περιπτώσεις έγινε επί χάρτου αφού χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία για την άρδευση εκτάσεων, χωρίς να εξεταστεί αν τα συλλογικά δίκτυα είναι λειτουργικά και αν ακόμη οι ιδιωτικές γεωτρήσεις βρίσκονται σε περιοχές που δεν υπάρχουν περιορισμοί στην άντληση υπογείων υδάτων, σύμφωνα με τα εγκεκριμένα σχέδια διαχείρισης λεκανών απορροής. Είναι γνωστό ότι το καθεστώς λειτουργίας πολλών ΓΟΕΒ και ΤΟΕΒ είναι οριακό και σε πολλές περιπτώσεις δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν πλήρως ή και καθόλου στο έργο τους. Επίσης οι γεωτρήσεις σε πολλές περιπτώσεις δεν μπορούν να τροφοδοτήσουν με επαρκές και ποιοτικό νερό για την πλήρη κάλυψη των αναγκών των καλλιεργειών ώστε να φτάσουν στο μέγιστο των αποδόσεων.

Όλα τα παραπάνω και πολλά ακόμη, δεν ελήφθησαν υπόψη, με κίνδυνο να οδηγηθούν σε ξαφνική απώλεια εισοδημάτων πλήθος γεωργών και κτηνοτρόφων σε όλη την χώρα. Για τον λόγο αυτό σας καλούμε να αποσύρετε από την διαβούλευση την μελέτη αυτή και να επανέλθετε αφού προηγηθεί πραγματικός διάλογος, σε ορισμένες ημερομηνίες και αφού ληφθεί υπόψη  η πραγματική κατάσταση στην ύπαιθρο και όχι οι ασκήσεις επί χάρτου.

Τέλος καλούμε και το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών που λειτούργησε ως μελετητής, να επαναπροσδιορίσει τα αναγραφόμενα στο παραδοτέο του, λαμβάνοντας υπόψη την αναστάτωση που θα προκαλέσει τυχόν υιοθέτηση αυτού ως έχει.

Είναι πασιφανές ότι κανείς φορέας δεν μπορεί να είναι αποτελεσματικός λειτουργώντας μόνος του. Επιπλέον δε παράδειγμα είναι οι προτάσεις υποβάθμισης και αλλοίωσης των σπουδών του Γεωπονικού Πανεπιστημίου με το νέο σχέδιο νόμου του  Υπουργείου Παιδείας για την ενσωμάτωση πλήθους τμημάτων θνησιγενών Τ.Ε.Ι. σε γεωπονικές σχολές και πανεπιστήμια και συγκεκριμένα στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Επανερχόμενοι σε παλαιότερο έγγραφό μας επί του  οποίου δεν έχουμε πάρει απάντηση ερωτούμε:

  1. Οι αλλαγές αυτές με δημιουργία πλήθους γεωπονικών τμημάτων από «αναβάθμιση» Τ.Ε.Ι. έχουν την σύμφωνη γνώμη του Γ.Π.Α. και του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας;
  2. Πώς θα διαφυλαχθεί η ποιότητα και το κύρος των γεωτεχνικών σπουδών με την υιοθέτηση όλων αυτών των πρωτοφανών ενεργειών
  3. Πόσους αποφοίτους γεωπονικών και γεωτεχνικών τμημάτων μπορεί να σηκώσει η χώρα;
  4. Tι δουλειά έχει ένα «γεωπονικό» πανεπιστήμιο με τμήμα δασοπονίας και άλλα άσχετα;

Ας απαντήσουν λοιπόν και σε αυτά τα ερωτήματα οι ιθύνοντες των παραπάνω γεωτεχνικών πανεπιστημιακών σχολών, πέραν του αυτονόητου της τροποποίησης της μελέτης για τις ορεινές και μειονεκτικές περιοχές την οποία εμφάνισαν.

Οι Γεωτεχνικοί του Δημοσίου είναι στην διάθεση του Υπουργείου για να εκθέσουν αναλυτικά τα προβλήματα που δημιουργεί η απένταξη πλήθους περιοχών η οποία αν προχωρήσει θα οδηγήσει σε οικονομική ασφυξία πλήθος κτηνοτρόφων αλλά και γεωργών».

10 October 2018
Banner
Banner