Η προκαταβολή φόρου υπολογίζεται μετά την μείωση φόρου στο καθαρό αγροτικό εισόδημα

11 January 2017

Η προκαταβολή φόρου υπολογίζεται μετά την μείωση φόρου στο καθαρό αγροτικό εισόδημα

Για το θέμα του υπολογισμού της προκαταβολής φόρου των αγροτών απάντησε η υφυπουργός Οικονομικών κα Αικ. Παπανάτσιου, ύστερα από ερώτηση που κατατέθηκε στη Βουλή. Όπως λοιπόν απαντά η κ. Παπανάτσιου:

«Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 69 του ν.4172/2013 προβλέπεται ότι με βάση τη δήλωση που υποβάλλει ο φορολογούμενος και τους λοιπούς τίτλους βεβαίωσης που προβλέπονται στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας βεβαιώνεται ποσό ίσο με το εκατό τοις εκατό (100%) του φόρου που προκύπτει από επιχειρηματική δραστηριότητα για το φόρο που αναλογεί στο εισόδημα του διανυόμενου φορολογικού έτους.

Επιπρόσθετα, με την παραγράφου 3β του άρθρου 44 του ν.4389/2016 ορίζεται ότι η μείωση του φόρου της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 4172/2013 για τους ασκούντες αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα εφαρμόζεται μόνο για τους κατ' επάγγελμα αγρότες, όπως αυτοί ορίζονται στην κείμενη νομοθεσία, εφόσον τουλάχιστον το 50% του εισοδήματος τους προέρχεται από αγροτική δραστηριότητα.

Η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 69 του ν.4172/2013 ισχύει γενικά για όσους αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, και είναι γενικός κανόνας ότι η προκαταβολή φόρου υπολογίζεται μετά την μείωση φόρου (όπου αυτή προβλέπεται) στο καθαρό εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα και όχι πριν από αυτή.

Συνεπώς η προκαταβολή φόρου υπολογίζεται μετά την μείωση φόρου στο καθαρό αγροτικό εισόδημα. Αυτό σημαίνει πως η προκαταβολή φόρου υπολογίζεται μετά την μείωση φόρου που προβλέπει το άρθρο 16 του ν.4172/2013 για τους κατ’ επάγγελμα αγρότες (κατ εφαρμογή της παραγράφου 3β του άρθρου 44 του ν.4389/2016) και όχι πριν από αυτή».

Διευκρινίσεις σχετικά με τη φορολόγηση

Στο μεταξύ, σε μία ακόμη ερώτηση βουλευτών που ζητούσαν διευκρινίσεις σχετικά με τη φορολόγηση των αγροτών μετά και τις νέες διατάξεις του ν.4387/2016, απάντησε η Υφυπουργός κ. Παπανάτσιου. Τα ερωτήματα που έθεσαν οι βουλευτές ζητώντας διευκρινίσεις, ήταν:
• Η παρ. 6 του Άρθρου 112 του Ν 4387/2016 έχει εφαρμογή και στις τρεις υφιστάμενες σήμερα κατηγορίες ασκούντων αγροτική δραστηριότητα;
• Σε περίπτωση ζημίας από την ασκούμενη αγροτική δραστηριότητα ή χαμηλότερου γεωργικού εισοδήματος από το άθροισμα τόκων, μερισμάτων και ενοικίων που δεν αποτελούν προϊόν επαγγελματικής δραστηριότητας, θα επιφέρει απώλεια της ιδιότητας του ενεργού και κατά κύριο επάγγελμα αγρότη;
• Με βάση ποιο στοιχείο θα γίνεται ο προσδιορισμός των επιδοτήσεων προκειμένου να κατανεμηθούν φορολογικά, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 112 του νόμου 4387/2016;
• Δεδομένου ότι στο τρέχον φορολογικό έτος (2016) έγιναν και πληρωμές επιδοτήσεων που αφορούν παλαιότερα έτη, κατά τα οποία υπήρχε διαφορετική φορολογική αντιμετώπιση αυτών, πως θα γίνει η φορολογική αποτύπωσή τους και εν τέλει η φορολόγησή τους;

Η απάντηση της Υφυπουργού έχει ως εξής:

«Η παρ. 6 του αρ. 112 του ν.4387/2016 αντικαθιστά την παρ. 3 του άρθρου 29 του Ν. 4172/2013 (Α' 167). Συγκεκριμένα, καταργείται ο συντελεστής δεκατρία τοις εκατό (13%) για τα κέρδη από ατομική αγροτική επιχείρηση. Με τη νέα διάταξη, τα κέρδη από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα φορολογούνται πλέον αυτοτελώς με την κλίμακα της παραγράφου 1 του άρθρου 15, χωρίς δηλαδή τα εισοδήματα αυτά να αθροίζονται με τυχόν εισοδήματα από επιχειρηματική δραστηριότητα και από μισθούς και συντάξεις. Αυτό σημαίνει ότι εάν κάποιος έχει εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα και από μισθωτή εργασία και συντάξεις (που φορολογούνται αθροιστικά) και παράλληλα έχει και εισόδημα από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα, η κλίμακα του άρθρου 15 εφαρμόζεται αυτοτελώς για το εισόδημα από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα και ξεχωριστά για το άθροισμα του εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα και του εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις (σχετική η ΠΟΛ.1107/18.7.2016). Επίσης, σε περίπτωση που το εισόδημα προκύπτει μόνο από ατομική αγροτική, επιχείρηση τότε ο φόρος μειώνεται κατά το ποσό που προβλέπεται στο άρθρο 16 (αφορολόγητο). Στην περίπτωση, που αποκτάται εισόδημα από μισθούς και συντάξεις μαζί με εισόδημα αγροτικής επιχείρησης, οι μειώσεις του φόρου που προβλέπονται στο άρθρο 16 υπολογίζονται μία φορά για το σύνολο των εισοδημάτων.

Είναι σαφές ότι κατά την εφαρμογή της ανωτέρω διάταξης δεν γίνεται καμία διάκριση σχετικά με το εάν κάποιος έχει ενταχθεί ή όχι σε κάποιο από τα καθεστώτα του ΦΠΑ (έμμεση φορολογία). Για την άμεση φορολογία η αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 21 του ν. 4172/2013 και όπως έχει διευκρινιστεί και με την ΠΟΛ.1116/10.6.2015, για όσους δηλώσουν εισόδημα από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα, είναι απαραίτητη η συμπλήρωση του εντύπου Ε3 (Πίνακας ΣΤ), ανεξάρτητα από το αν υπάρχει απαλλαγή ή όχι από την τήρηση βιβλίων του Κ.Φ.Α.Σ. και την ένταξη τους ή όχι στο ειδικό ή στο κανονικό καθεστώς Φ.Π.Α.

Η Δ/νση Εφαρμογής Άμεσης Φορολογίας της Γ.Γ.Δ.Ε. βρίσκεται ήδη σε επικοινωνία με τη Δ/νση Πληρωμών Αγρ. Ενίσχυσης του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης ούτως ώστε οι βεβαιώσεις που θα χορηγεί ο ΟΠΕΚΕΠΕ (και κατ’ επέκταση, η καταχώρησή τους στο Έντυπο Ε3) θα φέρουν τους απαραίτητους χαρακτηρισμούς για την ορθή φορολογική αντιμετώπιση των αγροτικών επιδοτήσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 112 του ν.4387/2016 (σχετικό το ΔΕΑΦ A 1167359 ΕΞ 2016/18.11.2016).

Διευκρινίζεται τέλος ότι οι επιδοτήσεις/ενισχύσεις και αποζημιώσεις που αφορούν σε προγενέστερες χρήσεις συνοδεύονται με σχετικές βεβαιώσεις που πιστοποιούν σε ποια χρήση αντιστοιχούν και θα δηλωθούν με συμπληρωματικές δηλώσεις στα έτη που δημιουργήθηκε το δικαίωμα γι αυτές τις επιδοτήσεις. Η καταχώρηση των αγροτικών αυτών επιδοτήσεων/ενισχύσεων στις συμπληρωματικές δηλώσεις, θα γίνεται σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες οδηγίες της Διοίκησης (σχετική η ΠΟΛ.1116/10.6.2015)».

11 January 2017
Banner