Πανευρωπαϊκό πρόβλημα η έλλειψη προσωπικού για τη διενέργεια των επίσημων ελέγχων στα τρόφιμα
Related Articles
Ξεκάθαρο μήνυμα ότι περιορίζονται όλο και περισσότερο οι ανθρώπινοι πόροι που απαιτούνται για την πραγματοποίηση των επίσημων ελέγχων, στέλνουν τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε μερικά κράτη μέλη μάλιστα, οι ελλείψεις δεν αφορούν μόνο το προσωπικό, αλλά επίσης τον εξοπλισμό, εργαστήρια, ακόμη και μέσα μεταφοράς του προσωπικού.
Αν και έχουμε συνηθίσει η συζήτηση αυτή να αφορά την Ελλάδα, εν τούτοις φαίνεται ότι το πρόβλημα αγγίζει πολύ περισσότερα κράτη μέλη της Ε.Ε., όπως φαίνεται από Έκθεση της Κομισιόν προς το Ευρωκοινοβούλιο και το Συμβούλιο, «Σχετικά με τη συνολική λειτουργία των επίσημων ελέγχων που εκτελέστηκαν στα κράτη μέλη (2014-2016) για την εξακρίβωση της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί τροφίμων και ζωοτροφών και προς τους κανόνες περί υγείας και καλής διαβίωσης των ζώων».
Η Έκθεση της Κομισιόν, η οποία εστάλη στους αποδέκτες από τα μέσα Σεπτεμβρίου, είναι αποκαλυπτική καθώς δείχνει σημαντικά ρίσκα στις προδιαγραφές και την ποιότητα των ελέγχων, και μάλιστα σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Με υλικό αναφοράς τις ετήσιες εκθέσεις των κρατών μελών, η Κομισιόν σημειώνει «τις σαφείς ενδείξεις από τα κράτη μέλη σχετικά με τον συνεχή περιορισμό των πόρων προσωπικού για σκοπούς ελέγχου, καθώς και το γεγονός ότι μια δυνητική περαιτέρω μείωση θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τα επίπεδα και την ποιότητα των ελέγχων, καθώς και την ικανότητα απόκρισης σε επείγοντα περιστατικά. Αυτό ενδέχεται να αποτελέσει σημαντικό ζήτημα κατά τη μελλοντική ανάπτυξη των επίσημων ελέγχων, το οποίο η Επιτροπή θα λάβει δεόντως υπόψη κατά την κατάρτιση νομοθεσίας στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας και το οποίο ενδεχομένως θα επιδιώξουν να αντιμετωπίσουν και τα κράτη μέλη μέσω, μεταξύ άλλων, νέων πληροφοριακών συστημάτων, αναδιοργάνωσης και βελτίωσης των διαδικασιών».
Σύμφωνα με την Έκθεση, οι εθνικές αρχές των κρατών μελών ανταποκρίνονται στον σημαντικό τους ρόλο, και τα κράτη μέλη διαθέτουν συνολικά τα απαιτούμενα συστήματα ελέγχου, τα οποία διασφαλίζουν σε γενικές γραμμές αποδεκτά επίπεδα συμμόρφωσης. Ωστόσο, οι έλεγχοι της Επιτροπής εξακολουθούν να εντοπίζουν ανεπάρκειες σε επίσημους ελέγχους, ενώ πρέπει να επισημανθεί το γεγονός ότι κατά το διάστημα 2014 έως 2016 λίγα μόνο κράτη μέλη υπέβαλαν τις ετήσιες εκθέσεις τους στις υπηρεσίες της Επιτροπής εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι μέχρι τις 10 Ιουλίου 2017, η ετήσια έκθεση για το 2016 είχε υποβληθεί από… τρία κράτη μέλη (επί συνόλου 28), η ετήσια έκθεση για το 2015 από 25 κράτη μέλη και η ετήσια έκθεση για το 2014 από το σύνολο των 28 κρατών μελών. Επιπλέον, με τα λόγια της ίδιας της Κομισιόν, «Οι ετήσιες εκθέσεις των κρατών μελών ποικίλλουν επίσης σημαντικά σε ό,τι αφορά τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζουν τα δεδομένα και τη φύση των δεδομένων που παρουσιάζουν».
Πάντως, στα κυριότερα σημεία μη συμμόρφωσης που εντοπίζονται από τα κράτη μέλη περιλαμβάνονται τα εξής: οι απαιτήσεις υγιεινής που αφορούν τη λειτουργία, τις δομές ή τον εξοπλισμό· το σύστημα Ανάλυσης Κινδύνου και Κρίσιμων Σημείων Ελέγχου (HACCP)· η επισήμανση τροφίμων και ζωοτροφών· οι πρόσθετες ύλες σε τρόφιμα και ζωοτροφές· η μη τήρηση αρχείων ή η προβληματική τήρησή τους και η μικροβιολογική μόλυνση.
Οι βαθύτερες αιτίες της μη-συμμόρφωσης εντοπίζονται κυρίως «στη συχνή εναλλαγή προσωπικού μεταξύ των υπευθύνων επιχειρήσεων τροφίμων και ζωοτροφών, συχνά λόγω χαμηλών αποδοχών, γεγονός το οποίο έχει επιπτώσεις σε ό,τι αφορά την αδιάλειπτη χρήση καλών πρακτικών υγιεινής, καθώς και στην έλλειψη κατάρτισης για υπεύθυνους επιχειρήσεων τροφίμων ή/και στην έλλειψη γνώσης των σχετικών απαιτήσεων. Το τελευταίο αυτό στοιχείο δημιουργεί μια κάποια ανησυχία δεδομένου ότι, στο πλαίσιο της νομοθεσίας για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές, την κύρια ευθύνη για την ορθή εφαρμογή των κανόνων έχουν οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων».
Έλεγχοι βάσει κινδύνου
Μία απάντηση στην έλλειψη πόρων ίσως να είναι οι στοχευμένοι έλεγχοι και οι έλεγχοι βάσει κινδύνου. Είναι μια κατεύθυνση την οποία δίνει η ενωσιακή νομοθεσία και η Κομισιόν στις εθνικές αρμόδιες Αρχές, καθώς «μέσω της επικέντρωσης σε τομείς που παρουσιάζουν τους μεγαλύτερους κινδύνους, διασφαλίζεται η βέλτιστη δυνατή χρήση των πόρων». Ωστόσο, και σε αυτή την περίπτωση «οι έλεγχοι βάσει κινδύνου δεν εφαρμόζονται σε όλους τους τομείς για τους οποίους προβλέπονται», ενώ επίσης δημιουργούν δυσκολίες στην ερμηνεία και στη σύγκριση δεδομένων, αφού είναι προφανές ότι ένα υψηλό ποσοστό παραβάσεων δεν συνδέεται απαραιτήτως με χαμηλό βαθμό συμμόρφωσης των ελεγχόμενων, αλλά ίσως να υποδηλώνει απλώς τη διενέργεια αποτελεσματικά και ορθά στοχευμένους ελέγχους.
Για το τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι από τον Δεκέμβριο 2019 θα ξεκινήσει η ισχύς του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, με νέους κανόνες προκειμένου να επωφεληθούν επιχειρήσεις και Αρχές από τον περιορισμό του διοικητικού φόρτου, καθώς και από τις αποτελεσματικότερες διαδικασίες και τους ενισχυμένους ελέγχους.
Εδώ η πλήρης Έκθεση της Κομισιόν.