Εμβολιασμός ή εξαγωγές; — Ο Κ. Τσιάρας βάζει το δίλημμα στο τραπέζι για την ευλογιά των αιγοπροβάτων
Related Articles
Με αιχμηρό λόγο και σαφή στόχο να διαλύσει τις αμφιβολίες γύρω από τη στρατηγική αντιμετώπισης της ευλογιάς των αιγοπροβάτων, ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Κώστας Τσιάρας έδωσε απαντήσεις στην Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής. Ο υπουργός ξεκαθάρισε ότι η Ελλάδα δεν προτίθεται να διακινδυνεύσει το “ελεύθερο καθεστώς” της, δηλαδή τη δυνατότητα να εξάγει χωρίς περιορισμούς προϊόντα ζωικής προέλευσης, όπως η φέτα – ένα από τα πιο ισχυρά εξαγώγιμα brand της χώρας.
Η στάση αυτή, όπως τόνισε, δεν είναι πολιτική επιλογή, αλλά επιστημονικά τεκμηριωμένη απόφαση. Η κυβέρνηση, είπε, “εφάρμοσε αυστηρά τα μέτρα βιοασφάλειας που προβλέπει η ευρωπαϊκή οδηγία” και δεν προτίθεται να επιλέξει “εύκολες ή επικοινωνιακές λύσεις” όπως ο μαζικός εμβολιασμός.
Ο εμβολιασμός δεν είναι πανάκεια
Ο Κώστας Τσιάρας απάντησε με σαφήνεια στις φωνές που ζητούν άμεσο εμβολιασμό του ζωικού κεφαλαίου, υπογραμμίζοντας ότι καμία χώρα που υιοθέτησε αυτή την πρακτική δεν εξάλειψε τελικά τη νόσο.
«Τα εμβόλια που κυκλοφορούν παράγονται σε τρίτες χώρες –όπως η Τουρκία, το Πακιστάν ή το Ισραήλ– και καμία από αυτές δεν έχει καταφέρει να απαλλαγεί από την ευλογιά», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Η επιλογή του εμβολιασμού, πρόσθεσε, θα έθετε σε σοβαρό κίνδυνο την εμπορική αξιοπιστία των ελληνικών προϊόντων, ιδίως των ΠΟΠ. “Αν χαθεί το καθεστώς ελευθερίας, η ελληνική φέτα δεν θα μπορεί να εξάγεται με τους ίδιους όρους. Και αυτό θα είναι πλήγμα όχι μόνο για τους παραγωγούς, αλλά για ολόκληρη την εθνική οικονομία”, προειδοποίησε.
Ο υπουργός επισήμανε ότι η τελική απόφαση για τον εμβολιασμό ανήκει στους επιστήμονες και όχι στην πολιτική αντιπαράθεση, αφήνοντας σαφείς αιχμές προς την αντιπολίτευση ότι εργαλειοποιεί ένα ζήτημα δημόσιας υγείας.
Αποζημιώσεις – Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους
Αναφερόμενος στο θέμα των αποζημιώσεων, ο Κώστας Τσιάρας τόνισε ότι η Ελλάδα προσφέρει τις υψηλότερες αποζημιώσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ενώ σε άλλες χώρες το ανώτατο ποσό φτάνει τα 95 ευρώ ανά ζώο, στην Ελλάδα οι κτηνοτρόφοι λαμβάνουν έως και 250 ευρώ για τα καθαρόαιμα ζώα, με μέσο όρο τα 200 ευρώ.
«Όλα τα ποσά είναι διαθέσιμα. Αν δεν έχουν δοθεί πλήρως, είναι γιατί περιμένουμε από τις Περιφέρειες να αποστείλουν τις σχετικές καταστάσεις», διευκρίνισε.
Η δήλωση αυτή δείχνει ότι το υπουργείο έχει ολοκληρώσει τη δική του προετοιμασία, αλλά η γραφειοκρατική αλυσίδα των Περιφερειών καθυστερεί την άμεση οικονομική ανακούφιση των παραγωγών.
Ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού
Στο κρίσιμο ζήτημα της έλλειψης κτηνιάτρων, ο Υπουργός υπογράμμισε ότι έρχονται προσλήψεις και αξιοποίηση στρατιωτικών κτηνιάτρων για την ταχύτερη αντιμετώπιση της νόσου. Το μέτρο αυτό, όπως είπε, εντάσσεται στο νέο νομοθετικό πλαίσιο που συζητείται στη Βουλή.
Ο Τσιάρας επιχείρησε έτσι να αποδείξει ότι το κράτος δεν μένει αδρανές, αλλά ενισχύει άμεσα την επιτήρηση και την πρόληψη, δίνοντας ταυτόχρονα μήνυμα εμπιστοσύνης στους παραγωγούς που βλέπουν το ζωικό τους κεφάλαιο να απειλείται.
Η επιστολή του Επιτρόπου και οι “πολιτικές ερμηνείες”
Ο Υπουργός απάντησε επίσης στην αντιπολίτευση, η οποία επικαλέστηκε πρόσφατη επιστολή του Ευρωπαίου Επιτρόπου Υγείας και Καλής Μεταχείρισης των Ζώων Όλιβερ Βάρχελι. Υπενθύμισε, όμως, ότι ο Επίτροπος Χάνσεν είχε εκφράσει αντίθετη θέση μόλις πριν λίγες εβδομάδες, χαρακτηρίζοντας τον εμβολιασμό ως “ύστατο μέτρο”.
Η υπενθύμιση αυτή υπογράμμισε την πολυπλοκότητα του ζητήματος σε ευρωπαϊκό επίπεδο και την ανάγκη να αποφεύγονται πολιτικές ερμηνείες για τεχνικά και επιστημονικά θέματα.
Ανασύσταση του ζωικού κεφαλαίου
Ο υπουργός ανακοίνωσε ότι η κυβέρνηση προχωρά σε ολοκληρωμένο σχέδιο στήριξης των πληγέντων παραγωγών, που περιλαμβάνει όχι μόνο τις αποζημιώσεις για θανατώσεις ζώων και τις ενισχύσεις για ζωοτροφές, αλλά και μέτρο ανασύστασης του ζωικού κεφαλαίου σε δεύτερη φάση.
Το μήνυμά του ήταν σαφές: η πολιτεία θα στηρίξει το σύνολο του κλάδου, όμως οι λύσεις χρειάζονται υπομονή, ρεαλισμό και συνεργασία.
«Οι λύσεις δεν είναι εύκολες», είπε, «και το πολιτικό σύστημα οφείλει να στέλνει σταθερά παιδαγωγικά μηνύματα, όχι να υποδαυλίζει προσδοκίες που θα κοστίσουν ακριβά στη χώρα και στην κτηνοτροφία».
Ωστόσο, το ερώτημα παραμένει: Μέχρι πού μπορεί να φτάσει η αναμονή; Οι κτηνοτρόφοι αντιμετωπίζουν ήδη σημαντικές απώλειες και ζητούν πιο γρήγορες και σαφείς παρεμβάσεις. Ενώ η κυβέρνηση επιμένει στη σταθερότητα και στη συμμόρφωση με τις ευρωπαϊκές οδηγίες, η πραγματικότητα στο πεδίο απαιτεί άμεσες λύσεις.
Το στοίχημα, επομένως, είναι διπλό: να προστατευθεί το εθνικό συμφέρον χωρίς να χαθεί η εμπιστοσύνη των παραγωγών.









