FAO: Αύξηση δαπανών στα εισαγόμενα προϊόντα διατροφής
Related Articles
Αύξηση 10% παγκοσμίως, σε σχέση με το 2021, στις δαπάνες για την εισαγωγή προϊόντων διατροφής οι οποίες αναμένεται να φθάσουν τα 1.940 δισεκατομμύρια δολάρια το 2022, εξαιτίας της αύξησης των τιμών, ενημερώνει ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας (FAO).
Στην πρόσφατη έκθεσή του για τις «Προοπτικές της Διατροφής», ο FAO προειδοποιεί ότι οι συνέπειες θα είναι δραματικές για τις φτωχές χώρες που θα πληρώσουν περισσότερο για λιγότερα. Διότι «αν το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης του λογαριασμού αποδίδεται στις χώρες υψηλού εισοδήματος», αυτές θα δουν αύξηση των εισαγόμενων ποσοτήτων, αντίθετα με τις οικονομικά ευάλωτες χώρες όπως η Μαδαγασκάρη, η Λιβερία ή ο Λίβανος.
Η γενική αύξηση των τιμών των προϊόντων διατροφής αυτή τη στιγμή συνδέεται άμεσα με τον πόλεμο στην Ουκρανία, ενώ έχουμε αφήσει πίσω την αύξηση των τιμών εξαιτίας του Covid.
Ο πόλεμος που εμπλέκει δύο γεωργικές υπερδυνάμεις στις οποίες αντιστοιχούσε το 30% του παγκόσμιου εμπορίου σίτου και το 78% των εξαγωγών ηλιελαίου πριν από την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, έχει εκτοξεύσει σε πρωτόγνωρα επίπεδα τις τιμές των σιτηρών.
Περισσότερες από 30 χώρες εισαγωγείς σιτηρών εξαρτώνται από τη Ρωσία και την Ουκρανία για τουλάχιστον το 30% των εισαγωγών τους.
Το άνοιγμα θαλάσσιου διαδρόμου στην Μαύρη Θάλασσα επέτρεψε την εξαγωγή περισσότερων των 10 εκατομμυρίων τόνων αγροτικών προϊόντων της Ουκρανίας από την 1η Αυγούστου, οδηγώντας σε κάποια υποχώρηση τις τιμές στις διεθνείς αγορές.
Άλλος παράγοντας της ύφεσης αυτής, η παγκόσμια παραγωγή σίτου «αναμένεται να φθάσει στο επίπεδο ρεκόρ των 784 εκατομμυρίων τόνων την περίοδο 2022/2023, λόγων της ρωσικής και της καναδικής συγκομιδής».
Ομως άλλοι παράγοντες βαρύνουν την πλάστιγγα στην περίπτωση των φτωχών εισαγωγικών χωρών προειδοποιεί ο FAO: οι δαπάνες για την εισαγωγή συντελεστών της αγροτικής παραγωγής, κυρίως λιπασμάτων, αναμένεται να φθάσει φέτος τα 424 δισεκατομμύρια δολάρια, που μεταφράζεται σε αύξηση κατά 48% σε σχέση με το 2021.
Αιτία, η εκτόξευση του κόστους του φυσικού αερίου και των αζωτούχων λιπασμάτων, για τα οποία η Ρωσία ήταν η πρώτη εξαγωγική δύναμη παγκοσμίως. Οι τιμές τους τριπλασιάσθηκαν σε έναν χρόνο.
«Κατά συνέπεια, ορισμένες χώρες είναι πιθανόν να αναγκασθούν να περιορίσουν την χρήση συντελεστών αγροτικής παραγωγής, πράγμα που αναπόφευκτα θα σημάνει μείωση της παραγωγικότητας και των εθνικών διαθέσιμων προϊόντων διατροφής», επισημαίνει ο FAO.
Ο Οργανισμός, που προβλέπει ότι οι αρνητικές συνέπειες για την παγκόσμια αγροτική παραγωγή και την διατροφική ασφάλεια θα παραταθούν μέχρι το 2023, επιμένει εδώ και μήνες για την σύσταση μηχανισμού που θα διευκολύνει την χρηματοδότηση των χωρών με μεγάλη εξάρτηση από τις εισαγωγές.
Πηγή: cibum.gr