Τι κεντρικές αγορές θέλουμε;
Η αλλαγή ηγεσίας στο Υπουργείο Ανάπτυξης κάνει πιο επίκαιρο το παρακάτω άρθρο που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Meat News και τη στήλη "Από το τέλος". Ελπίζουμε ο νέος υπουργός Ν. Δένδιας και ο νέος υφυπουργός Εμπορίου Γ. Γιακουμάτος να δώσουν βάση σε ένα προβληματισμό που ξεπερνά τα όρια της χώρα μας και αφορά το χονδρικό εμπόριο τροφίμων:
Από αυτή τη στήλη έχουμε γράψει πολλές φορές για τις αλλαγές που έχουν γίνει στον τρόπο εμπορίας του κρέατος. Είναι μια διαδικασία που εξελίσσεται τα τελευταία χρόνια με τη διόγκωση των ποσοτήτων που διακινούνται εκτός των κεντρικών αγορών και την ουσιαστική απελευθέρωση του χονδρικού εμπορίου και των εισαγωγών. Αντικειμενικά ο ρόλος των αγορών έχει συρρικνωθεί και έχουν χάσει τον κυρίαρχο ρόλο που έπαιζαν στη διαμόρφωση των τιμών. Άλλωστε η ύπαρξη των δυο κεντρικών αγορών που διαθέτει η χώρα μας καλύπτει κυρίως τις ανάγκες των πολεοδομικών συγκροτημάτων της Αττικής και της Θεσσαλονίκης.
Οι σκέψεις γύρω από το ερώτημα που διατυπώνουμε στον τίτλο γεννήθηκαν με αφορμή την παρουσία μας στο παγκόσμιο συνέδριο των κεντρικών αγορών που έγινε πρόσφατα στη Θεσσαλονίκη και την παρακολούθηση του προβληματισμού που αναπτύχθηκε εκεί. Ακούσαμε για τις δυσκολίες που παρουσιάζονται στις αγορές των ευρωπαϊκών χωρών, αλλά και για το πώς οι αγορές αυτές σκέφτονται το μέλλον τους. Μας έκανε εντύπωση ότι παραβρέθηκαν εκπρόσωποι χονδρεμπορικών αγορών από τη Γερμανία, την Ιταλία, τη Σουηδία, το Βέλγιο και την -πρωτοπόρα στο θεσμό- Ισπανία, οι οποίοι μετέφεραν ενδιαφέρουσες εμπειρίες και απόψεις.
Στο ερώτημα αν η ύπαρξη των αγορών απηχεί ένα ξεπερασμένο μοντέλο εμπορίου οι αντιπρόσωποι των παγκόσμιων αγορών προσπαθούν να δώσουν μια αρνητική απάντηση στην πράξη. Με τον εκσυγχρονισμό των δομών τους, την αλλαγή των παρεχόμενων υπηρεσιών, την επέκτασή τους.
Εντυπωσιακή ήταν ακόμη η παρουσία των Κινέζων, οι οποίοι μέσω των κεντρικών αγορών που αναπτύσσουν αναζητούν σχέσεις με την ελληνική αγορά, αλλά και των βαλκανικών αγορών που διαχρονικά προσφέρονται για την ανάπτυξη του διμερούς εμπορίου.
Το αρχικό ερώτημα, λοιπόν, απευθύνεται στους ιθύνοντες (κάποιοι από αυτούς παρακολούθησαν και τις εργασίες του συνεδρίου): εμείς έχουμε σχέδιο σχετικά με το ρόλο που θέλουμε να παίζουν οι κεντρικές αγορές μας;
Γιατί όπως εξηγήσαμε και παραπάνω η συμβολή των δύο αγορών, ειδικά στη διακίνηση του κρέατος, είναι μικρή και ιδιαίτερα στην Αθήνα. Πιστεύουμε ότι η ύπαρξη αυτών των αγορών δεν αποτελεί απλά μια επιχειρηματική δραστηριότητα του κράτους, ώστε να μας ικανοποιεί το γεγονός ότι οι δυο οργανισμοί παράγουν κέρδος. Υποτίθεται ότι οι κεντρικές αγορές αποτελούν χώρους ελεγχόμενης και πιστοποιημένης διακίνησης νωπών τροφίμων και παράλληλα λειτουργούν ως μηχανισμός παρέμβασης στη διαμόρφωση των τιμών. Αυτό ακούστηκε και από τους περισσότερους ξένους εκπροσώπους στο συνέδριο της Θεσσαλονίκης ως τάση για το μέλλον αυτών των αγορών. Θέλουμε να διατηρήσουν οι δικές μας αγορές αυτό το ρόλο;
Τα σχέδια μετατροπής ενός τμήματος της κεντρικής αγοράς της Αθήνας σε χώρο λιανικής αγοράς δείχνουν ότι μάλλον διαφορετικά σχεδιάζεται το μέλλον στη χώρα μας. Όταν η «διεθνής» των αγορών συζητά για ολοκληρωμένες υπηρεσίες logistics, δεν μπορεί εμείς να αξιοποιούμε τα κτίρια της παλιάς κρεαταγοράς για να δημιουργούμε καταστήματα λιανικής. Η παρέμβαση στις τιμές λιανικής είναι θεμιτή, αλλά προϋποθέτει τη δημιουργία συνθηκών καλύτερης λειτουργίας του εμπορίου, πρωτίστως του χονδρικού. Και αυτό δεν γίνεται με την αποδυνάμωση της χονδρικής αγοράς και τη σταδιακή μετατροπή της σε λαϊκή αγορά.